ΜΕΛΕΤΗ ΚΗ΄

Στὴν ἄρνησι τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ προῆλθε
Α΄. Ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια.
Β΄. Ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία.
Γ΄. Ἀπὸ τὴν ἔλλειψι τῆς προσευχῆς.

Α΄.
Σκέψου, ἀδελφέ, ἀπὸ ποῦ προῆλθε ἐκείνη ἡ φοβερὴ πτῶσις τῆς ἀρνήσεως τοῦ ἀποστόλου Πέτρου, ποὺ ἐνῶ προηγούμενος ἦταν τόσο θερμὸς μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ κατόπιν ἔγινε ἐπίορκος καὶ ἀρνητὴς τοῦ διδασκάλου του, γιὰ νὰ στηριχθῆς περισσότερο στὸ καλο μέσα ἀπὸ τὴν πτῶσι ἐκείνου. Ἡ πρώτη αἰτία τῆς ἀρνήσεως τοῦ Πέτρου ἦταν ἡ ὑπερηφάνεια [Ο θείος Χρυσοστομος ἀναφέρει ὄτι τρία ἦταν τὰ αἴτια τῆς ἀρνήσεως τοῦ Πέτρου· ἡ ἀντιλογία στὰ λόγια τοῦ Κυρίου, ἡ προτίμησις τοῦ ἐαυτοῦ του ἀπὸ τοὺς ἄλλους μαθητὲς καὶ ἡ ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτό του καὶ στὴν δύναμί του. «Δυὸ ἦταν τὰ ἐγκλήματα· καὶ τὸ ὅτι ἀντιμίλησε καὶ τὸ ὅτι προτίμησε τὸν ἑαυτό του ἀπὸ τοὺς ἄλλους μαθητές· μᾶλλον καὶ τρίτο· τὸ ὅτι ἐξαρτοῦσε τὸ πᾶν ἀπὸ τὸν ἑαυτό του, δηλαδὴ εἶχε μεγάλη ἐμπιστοσύνη στὸν ἑαυτὸ του» (Σειρὰ εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον)], μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἔχοντας ἰδιαίτερη ἐκτίμησι στὸν ἑαυτό του καὶ στὴν προηγούμενή του θερμότητα, ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ καταφρονῆ ὅλους τούς ἀποστόλους καὶ νὰ προτιμᾶ τὸν ἑαυτὸ του περισσότερο ἀπὸ τοὺς ἄλλους λέγοντας ὅτι ἂν ἐπρόκειτο ὅλοι οἱ ἄλλοι νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό, αὐτὸς ὅμως ποτὲ δὲν ἐπρόκειτο νὰ τὸν ἀρνηθῆ· «Ἐὰν ὅλοι κλονισθοῦν στὴν ἐμπιστοσύνη τους σ’ ἐσένα, ἐγὼ ποτὲ δὲν θὰ κλονισθῶ» (Ματθ. 26, 33), καὶ κατόπιν ἔφθασε σὲ τόση παραφροσύνη, ὥστε οὔτε τὰ λόγια τοῦ διδασκάλου του ὑπολόγισε ποὺ τοῦ προέλεγε τὴν πτῶσι του, ἀλλ’ ἀντιστεκόταν καὶ νόμιζε, ὅτι εἶναι λόγια ἄχρηστα καὶ ποὺ λέγονται στὸν ἀέρα· «Ἀλλ’ ὁ Πέτρος ἀκόμη περισσότερο ἔλεγε· Καὶ ἂν χρειασθῆ νὰ πεθάνω μαζί σου, δὲν θὰ σὲ ἀπαρνηθῶ» (Μάρκ. 14, 31). Αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ὑπερηφάνεια τὸν ἔκανε νὰ αὐθαδιάση καὶ νὰ κινδυνεύση, ὄχι μόνον ὅταν μπῆκε στὴν αὐλὴ τοῦ ἀρχιερέα ἀνάμεσα σέ τόσο πλῆθος στρατιωτῶν, ἀλλὰ καὶ ὅταν κάθισε ἀναπαυτικὰ μαζὶ μὲ αὐτοὺς στὴν φωτιὰ καὶ ζεσταινόταν· καὶ τόσο πολὺ τὸν ἔκανε νὰ ὑπερβῆ τὸ θάρρος του, ὥστε νὰ ἔχη τὴν γνώμη, ὅτι ὁ διάβολος πρέπει νὰ φοβᾶται αὐτὸν καὶ ὄχι αὐτὸς τὸν διάβολο. Γι’ αὐτὸ ποιὸ εἶναι τὸ ἀξιοπερίεργο ποὺ μὲ τέτοιον τρόπο ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ἔπεσε; Γιατί πῶς μποροῦσε νὰ παραμείνη ὄρθιος, τὴν στιγμὴ πού τὸν ἔσπρωξε μία τόση μεγάλη ὑπερηφάνεια; «Πρὶν ἀπὸ τὴν συντριβὴ προηγεῖται ἡ ὑπερηφάνεια καὶ πρὶν ἀπὸ τὴν πτῶσι ἡ καταφρόνησις» (Παροιμ. 16, 18). Ναί, ἀκολουθοῦσε τὸν Ἰησοῦ καὶ ὁ ἀγαπημένος του μαθητὴς καὶ μπῆκε στὸ παλάτι τοῦ Καϊάφα, ἀλλὰ ἐπειδὴ δὲν ἔδειξε ὑπερβολικὸ θάρρος στὸν ἑαυτό του καὶ στὴν δική του δύναμι καὶ ἐπειδὴ δὲν δέχθηκε στὴν καρδιὰ του τὴν ὑπερηφάνεια καὶ τὴν αὐθάδεια, γι’ αὐτὸ βγῆκε ἀπὸ ἐκεῖ χωρὶς νὰ ἀρνηθῆ τὸν θεῖο του διδάσκαλο. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ ταπεινοφροσύνη δὲν ἀναφέρει ὀνομαστικὰ στὸ εὐαγγέλιό του ὅτι αὐτὸς ἀκολουθοῦσε τὸν Ἰησοῦ, ὅπως λέει ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος· «Ἀπὸ ταπεινοφροσύνη κρύβει τὸν ἑαυτό του». Ὦ καταραμένη ὑπερηφάνεια, ἡ ἀρχὴ καὶ ρίζα κάθε ἁμαρτίας· πόσα κακὰ δὲν προξενεῖς στὸν ταλαίπωρο ἄνθρωπο!
Ἀλλοίμονο, λοιπόν, καὶ σὲ σένα, ἀγαπητὲ ἀναγνώστα, ἂν ποτὲ δείξης ὑπερβολικὸ θάρρος στὸν ἑαυτό σου καὶ στερεώσης τὶς ἀποφάσεις σου στὶς προσωπικές σου δυνάμεις· «Ἀλλοίμονο, λέει, σ’ αὐτοὺς ποὺ ἔχουν ἐξουσία στὴν Ἱερουσαλὴμ» (Ἡσ. 1, 24). Ἀλλοίμονό σου, ἂν θελήσης νὰ κάνης κάτι, ὅπως τὸ φαντάζεσαι καὶ ὅπως νομίζεις, καὶ δὲν θέλησης νὰ ἀκολουθήσης τὶς συμβουλὲς τοῦ κατὰ Θεὸν πνευματικοῦ σου πατέρα καὶ ἄλλων σου γνωστῶν, ποὺ θὰ εἶναι καλλίτεροί σου καὶ σοφώτεροι ἀπὸ ἐσένα. «Ἀλλοίμονο, λέει, σ’ ἐκείνους ποὺ νομίζουν ὅτι εἶναι σοφοὶ καὶ θεωροῦν τὸν ἑαυτὸ τους ἔξυπνο» (Ἡσ. 5, 21). Ἀλλοίμονό σου, ἂν εἶσαι ἀντίθετος μὲ τὶς ἅγιες Γραφὲς καὶ τοὺς ἁγίους Πατέρες καὶ πεισματικὰ παραβαίνης τὶς παραδόσεις τῆς Ἐκκλησίας καὶ τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ διαφυλάξης τὶς παραδόσεις τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς κακὲς συνήθειες. «Ἀλλοίμονό τους λέει, διότι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ ἐμένα. Πρόκειται νὰ καταστραφοῦν, διότι ἀσέβησαν σ’ ἐμένα» (Ὠσηὲ 7, 13). Καὶ ὁ Κύριος ἐλέγχει γι’ αὐτὸ τοὺς ἀγράμματους γραμματεῖς λέγοντας· «Γιατί καὶ σεῖς παραβαίνετε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὴν παράδοσί σας» (Ματθ. 15, 3). Καὶ μὲ λίγα λόγια· ἀλλοίμονό σου ἂν ἀφήσης τὸν ἑαυτό σου νὰ τυφλωθῆ τόσο πολὺ ἀπὸ τὸν καπνὸ τῆς ὑπερηφανείας, ὥστε νὰ νομίζης ὅτι εἶσαι κάποιος σπουδαῖος στὸν κόσμο· θέλεις, ταλαίπωρε, νὰ καταλάβης ποιὰ εἶναι ἡ ἀξία σου; Φαντάσου τὸ ἀπὸ τὸ ἑξῆς: Ὅλα τα ἔθνη, λέει ὁ προφήτης μπροστὰ στὸν Θεὸ εἶναι μία σταγόνα ἀπὸ νερό· «Ὅλα τα ἔθνη σὰν μία σταγόνα σ’ ἕναν κάδο ἀπὸ νερὸ» (Ἡσ. 40, 15). Τώρα ἐσὺ μοίρασε τὴν σταγόνα αὐτή σε τόσα μέρη, ὅσοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι ποὺ πέρασαν, ὅσοι ζοῦν καὶ ὅσοι πρόκειται νὰ ἔλθουν στὸν κόσμο, καὶ μέσα ἀπὸ αὐτὸ τὸ ἀναρίθμητο πλῆθος τῶν ἀνθρώπων, δὲς πόσο μέρος ἀπὸ τὴν σταγόνα ἐκείνη ἀνήκει σὲ σένα· καί, λοιπόν, ἐκεῖνο τὸ μέρος ποὺ εἶναι ἕνα τίποτα, εἶσαι ἐσὺ μπροστὰ στὸν Θεό· κατόπιν καὶ ἡ δύναμίς σου εἶναι ἀνάλογη μὲ σένα, δηλαδὴ εἶναι καὶ αὐτὴ ἕνα τίποτε, ὅπως ἕνα τίποτε εἶναι καὶ ἡ ὕπαρξίς σου. Κατόπιν, λοιπόν, ἀφοῦ κάνης αὐτὸ τὸ μοίρασμα, τότε νὰ ὑπερηφανευθῆς ἂν ἔχης δίκαιο· ἂν ὅμως δὲν ἔχης δίκαιο, γιὰ νὰ ὑπερηφανευθῆς ἀλλὰ ἔχεις μάλιστα ἀμέτρητα δίκαια, γιὰ νὰ ταπεινωθῆς μέχρι τὴν ἄβυσσο τοῦ μηδενὸς τότε δὲν πρέπει νὰ φοβᾶσαι κάποιον ἄλλον καὶ νὰ μὴ καταφρονῆς κανένα ἄλλον, ὅσο τὸν ἑαυτό σου. Ἄν ὅμως σκέπτεσαι κάπως διαφορετικὰ καὶ ἔχης μεγάλη ἰδέα γιὰ τὸν ἑαυτό σου, νὰ εἶσαι σίγουρος ὅτι βρίσκεσαι πολὺ κοντὰ στὴν πτῶσι σου, ὅπως λέει ὁ Σειράχ· «Ἂν κάποιος δὲν προσκολληθῆ γερὰ μὲ σεβασμὸ στὸν Κύριο, γρήγορα θὰ καταστραφῆ ὁ οἶκος τοῦ» (Σόφ. Σείρ. 27, 3). Ἐσὺ ὅμως πόσες φορὲς ἔφθασες στὸ σημεῖο νὰ πέσης σὲ γκρεμοὺς μεγάλων ἁμαρτημάτων; Πόσες φορὲς ἔγινες ἄξιος νὰ σὲ ἀφήση ὁ Θεὸς χωρὶς βοήθεια, λόγω τῆς ὑπερηφάνειάς σου; Λοιπόν, ἀποφάσισε καὶ μίσησε μέσα ἀπὸ τὴν καρδιά σου αὐτὴ τὴν καταραμένη ὑπερηφάνεια, ποὺ εἶναι αἰτία κάθε πτώσεως ὁπως λέει ὀ άγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος· «Ὅπου συνέβη κάποιο πτῶμα, ἐκεῖ προηγήθηκε ἡ ὑπερηφάνεια» (Λόγος κβ’). Καί, ἀντίθετα, βάλε μέσα στὴν καρδιά σου και ἀγάπησε τὴν ταπείνωσι, ποὺ εἶναι ἡ αἰτία καὶ τὸ βασικὸ στοιχεῖο καὶ ἡ ὕπαρξις ὅλων των ἀρετῶν [Γι’ αὐτὸ καὶ ὀ ἅγιος Γρηγόριος Θεσσαλονίκης ὀνόμασε τὴν ταπείνωσι δημιουργὸ καὶ σύνδεσμο κάθε ἀρετῆς, λέγοντας· «Μὲ τὴν ὁποία τελειοποιεῖ (ὁ Θεὸς) τήν ταπείνωσι, ποὺ εἶναι δημιουργὸς καὶ ὁ σύνδεσμος κάθε ἀρετῆς· ὄχι ἐκείνη, ποὺ ἀποτελεῖται μόνο ἀπὸ λόγια καὶ σχήματα καὶ εἶναι εὔκολη σὲ ὁποιονδήποτε, ἀλλὰ ἐκείνη, ποὺ μαρτυρεῖται ἀπὸ τὸ ἀγαθὸ καὶ θεῖο Πνεῦμα, τὴν ὁποία δημιουργεῖ αὐτὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὅταν ἐγκαθίσταται στὰ βάθη τῆς ψυχῆς μας» (λόγος εἰς Ξένην)], Διότι ὅπως ἂν γεμίσης ὅλο τό βιβλίο ἀπὸ μηδενικά, αὐτὰ δὲν δείχνουν τίποτε παρὰ μόνο μηδενικά, οὔτε ἔχουν κάποιον ἀριθμό· ἀλλὰ ἂν προστεθοῦν στὰ μηδενικά τα σημαντικὰ ψηφία τῶν ἀριθμῶν, δηλαδὴ τὸ ἕνα ἢ τὸ δύο ἢ τὸ τρία, τότε καὶ τὰ μηδενικὰ ἐκεῖνα παίρνουν ἀξία καὶ φανερώνουν ἀριθμό· ἔτσι και όλες οἱ ἀρετές, ἂν δὲν ἔχουν μαζί τους τὴν ταπείνωσι, μόνον μηδενικὰ εἶναι καὶ τίποτε δὲν ἀξίζουν. Καὶ ὀ ἀββᾶς Ἰσαάκ λέει, ὄτι ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ δὲν δίνεται στὴν ἐργασία τῶν ἄλλων ἀρετῶν, ἀλλὰ στὴν ταπείνωσι· «Στὴν ταπείνωσι δίνεται ἡ χάρις λοιπόν, ἡ ἀνταπόδοσις δὲν δίνεται στὴν ἀρετή, οὔτε στὸν μόχθο γι’ αὐτήν, ἀλλὰ στὴν ταπείνωσι, ποὺ προέρχεται ἀπὸ αὐτὴν» (Λόγος κζ’ σελ. 236). Θυμήσου ὅτι ἂν δὲν ταπεινωθῆς καὶ ἂν δὲν γίνης σὰν ἕ
να παιδί, δὲν πρόκειται νὰ μπῆς στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν, ὅπως λέει ἀποφασιστικὰ ὁ Κύριος· «Σᾶς βεβαιώνω ὅτι ἂν δὲν ταπεινώσετε τὸν ἑαυτό σας καὶ ἂν δὲν γίνετε σὰν τὰ παιδιά, δὲν θὰ μπῆτε στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Ἐκεῖνος ποὺ θὰ ταπεινώση τὸν ἑαυτό του σὰν αὐτὸ τὸ παιδί, αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 18, 3). Νά αἰσθανθῆς ντροπή, ποὺ μολονότι ἔχεις τόσες αἰτίες νὰ καταφρονῆς τὸν ἑαυτό σου, ἐσὺ πάλι θέλεις σὰν ἀνόητος νὰ σὲ τιμοῦν οἱ ἄλλοι. Καὶ παρακάλεσε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, πού, ὅπως μὲ τὸ θεϊκό του βλέμμα φώτισε τὴν τύφλωσι τοῦ Πέτρου τοῦ μαθητῆ του τότε ποὺ ἔπεσε καὶ τὸν ἔφερε σὲ συναίσθησι τοῦ πτώματός του· «Καὶ ὁ Κύριος γύρισε καὶ κοίταξε κατὰ πρόσωπο τὸν Πέτρο» (Λουκ. 22, 61), ἔτσι καὶ τώρα νά φωτίση τὴν δική σου τὴν τύφλωσι, γιὰ νὰ μὴ ξεπέσης ἀλλά νὰ μάθης νὰ λὲς ἐκεῖνο ποὺ λέει ὀ Ἀπόστολος· «Ἐκεῖνος ποὺ νομίζει ὅτι στέκεται, ἃς προσέξη μήπως πέση» (Α’ Κορ. 10, 12) [Ἀξίζει νὰ σημειωθῆ ἐδῶ ἐκεῖνο ποὺ λέει ὀ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὄτι ἀπό τὴν πτῶσι τοῦ Πέτρου καὶ ἀπὸ τὴν πτῶσι τοῦ Ἰούδα μαθαίνουμε δύο μεγάλα πράγματα· ὅτι δὲν ἀρκεῖ μόνον ἡ προαίρεσις τοῦ ἀνθρώπου γιὰ νὰ τὸν διαφυλάξη, χωρὶς τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὅπως συνέβη μὲ τὴν περίπτωσι του Πέτρου· καί ἀντίθετα ὅτι μόνη ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ, χωρὶς τὴν δική μας προαίρεσι, δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς σώση, ὅπως συνέβη στον Ἰούδα· «Ἀπο ἐδῶ μαθαίνομε ἕνα μεγάλο δόγμα· ὄτι δεν ἀρκεῖ σὲ κάποιον ἡ ἀνθρώπινη προαίρεσις, ἂν δὲν ὑπάρχη καὶ ἡ βοήθεια τοῦ Θεοῦ» καὶ πάλι· «Δὲν κερδίζουμε τίποτε ἀπὸ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, ὅταν δὲν ὑπάρχη προαίρεσις» (Σείρ. Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον). Καὶ ἐκεῖνο ἀκόμη, ποὺ λέει ὀ άγιος Ἰωάννης ὁ Καρπάθιος ὅτι ὁ Πέτρος ὄντας ἔμπειρος στὸν πόλεμο τοῦ διαβόλου, ἔπεσε, ναὶ καὶ ἀρνήθηκε, ἀλλὰ δὲν ἀπελπίσθηκε, ἀλλὰ ἀφοῦ μετανόησε, σώθηκε· ὁ Ἰούδας ὅμως μὴ ἔχοντας πείρα τοῦ πολέμου, ἀφοῦ ἔπεσε μία φορὰ ἀπελπίσθηκε ὁ δυστυχὴς καὶ γι’ αὐτὸ χάθηκε (Κεφ. πε’ σελ. 235, Φιλοκαλία). Βλέπε καὶ στὴν η’ Ἀνάγνωσι, ὅτι δὲν πρέπει κανεὶς νὰ ἀπελπίζεται].

Β΄.
αρχείο λήψης (13)Σκέψου, ἀγαπητέ, τὴν αἰτία τῆς ἀρνήσεως τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, πού εἴναι ἡ ἀμέλεια, ἡ ὁποία φαίνεται φανερὴ σ’ αὐτὰ τὰ τρία· στὸν τρόπο, μὲ τὸν ὁποῖον ἀκολουθοῦσε τὸν διδάσκαλο τοὺ· στὸν σκοπὸ γιὰ τὸν ὁποῖον τὸν ἀκολουθοῦσε καὶ στὰ ἀποτελέσματα ποὺ τοῦ προξένησε ἡ ἀμέλεια. Ὁ τρόπος ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσε ἦταν ἀπὸ μακριά· «Ὁ Πέτρος τὸν ἀκολουθοῦσε ἀπὸ μακριὰ» (Ματθ. 26, 58) ποὺ σημαίνει ὅτι ὁ Πέτρος κυριευόταν ἀπὸ μία χλιαρότητα καὶ ἀμέλεια καὶ οὔτε ἐντελῶς ἤθελε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν διδάσκαλό του, οὔτε τελείως νὰ τὸν ἀκολουθεῖ, ἀλλὰ ἤθελε στὴν περίπτωση αὐτὴ καὶ νὰ φαίνεται ὅτι εἶναι μαθητής του καὶ νὰ μὴ κινδυνεύσει γιὰ τὸν διδάσκαλό του.
Πάλι, τὸ τέλος καὶ ὁ σκοπὸς τοῦ Πέτρου, γιὰ τὸν ὁποῖον ἀκολουθοῦσε τὸν Ἰησοῦ, δὲν ἦταν νὰ πάει νὰ πεθάνει μαζί του, ἀλλὰ κάποια περιέργεια, γιὰ νὰ κάνει μία θεωρία, ὄχι σὰν δικός του μαθητής, ἀλλὰ σὰν ἕνας ξένος περιηγητὴς καὶ νὰ δεῖ τὸ τέλος τοῦ τόσο μεγάλου ἔργου. «Καὶ ὅταν μπῆκε μέσα κάθισε μαζὶ μὲ τοὺς ὑπηρέτες, γιὰ νὰ δεῖ τὸ τέλος» (Ματθ. 26,58). Ἀκολούθησε τὸν Ἰησοῦ καὶ ὁ Ἰωάννης, ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς ἀλλὰ ὄχι ἀπὸ μακριά, ἀλλὰ ἀπὸ κοντὰ καὶ μπῆκε στὴν αὐλὴ τοῦ ἀρχιερέως ὄχι γιὰ νὰ δεῖ τὸ τέλος καὶ τὸ ἀποτέλεσμα, ἀλλά, ἂν τύχαινε, νὰ πεθάνει μαζὶ μὲ τὸν διδάσκαλό του· καὶ αὐτὸ συνέβαινε, ἐπειδὴ δὲν ἦταν χλιαρὴ ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Κύριο, ἀλλὰ τὸν ἀγαποῦσε τόσο πολύ, ποὺ οὔτε γιὰ ὥρα δὲν δεχόταν νὰ φύγει ἀπὸ κοντά του. Γι’ αὐτὸ καὶ δὲν πῆγε μόνος του νὰ βάλει μέσα τὸν Πέτρο, ἀλλὰ εἶπε στὴ θυρωρὸ καὶ ἐκείνη τὸν ἔβαλε μέσα, ὅπως ἑρμηνεύει ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος· «Βγῆκε τότε ὁ μαθητὴς ὁ ἄλλος, ὁ ὁποῖος ἦταν γνωστὸς στὸν ἀρχιερέα, καὶ εἶπε στὴ θυρωρὸ καὶ ἔβαλε τὸν Πέτρο μέσα» (Ἰω. 18,16).
Πιὰ ἦταν τὰ ἀποτελέσματα τῆς ἀμέλειας τοῦ Πέτρου; ἡ τέλεια λησμοσύνη καὶ ὁ λήθαργος, γιὰ νὰ πῶ ἔτσι, ποὺ τὸν ἐπίασε στὰ λόγια τοῦ διδασκάλου του, ἀκόμη καὶ τότε ποὺ τὸν ἀρνήθηκε, σὲ σημεῖο ποὺ ἂν ὁ Κύριος δὲν γύριζε νὰ τὸν δεῖ, σίγουρα ὁ Πέτρος δὲν θὰ αἰσθανόταν καθόλου ὅτι τὸν ἀρνήθηκε• «Ὁ Κύριος γύρισε καὶ κοίταξε στὸ πρόσωπο τὸν Πέτρο καὶ θυμήθηκε ὁ Πέτρος τὸν λόγο τοῦ Κυρίου» (Λουκ. 22,61) καὶ ἡ τέλεια ἄγνοια καὶ ἡ ἀθέτηση τῶν παραγγελιῶν, ποὺ ἔδωσε ὁ Κύριος στὸ ὑπερῶο καὶ στὸν κῆπο, γιὰ νὰ παραμένει ὁ ἴδιος ἄγρυπνος· «Σιμών, Σίμων ὁ σατανᾶς σᾶς ζήτησε, γιὰ νὰ σᾶς κοσκινίσει, ὅπως τὸ σιτάρι» (Λουκ. 22,31)· καὶ πάλι• «Σίμων, κοιμᾶσαι; Δὲν μπόρεσες μία ὥρα νὰ ἀγρυπνήσεις» (Μάρκ. 14,37). Καὶ ἐπὶ πλέον ἡ μεγάλη λύπη ποὺ τὸν κατέβαλε ὁλοκληρωτικὰ ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας καὶ κοιμόταν καὶ δὲν μποροῦσε νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια του, ὅπως λέει ὁ Λουκᾶς· «Ἦλθε στοὺς μαθητές του καὶ τοὺς βρῆκε νὰ κοιμοῦνται ἀπὸ τὴ λύπη» (Λουκ. 22,45).
Τώρα αὐτὴ ἡ μεγάλη ἀμέλεια τοῦ Πέτρου πῶς ἦταν δυνατὸ νὰ καταλήξει σὲ κάτι ἄλλο, παρὰ σὲ μία φανερὴ πτώση; «Ἀπὸ τεμπελιὲς πέφτει τὸ δοκάρι τῆς στέγης» (Ἐκκλ 10,18). Γι’ αὐτὸ ἡ ἀμέλεια αὐτὴ τοῦ Πέτρου παρομοιάζεται μὲ τὴν ψυχρότητά του τότε καιροῦ· γιατί λέει ὁ Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης• «Στέκονταν ἐκεῖ οἱ δοῦλοι καὶ οἱ ὑπηρέτες, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀνάψει κάρβουνα γιὰ νὰ ζεσταθοῦν, διότι ἔκανε κρύο· στεκόταν δὲ μαζί τους καὶ ὁ Πέτρος καὶ ζεσταινόταν» (Ἰω. 18,18). Καὶ πραγματικὰ ὁ Πέτρος ἦταν ψυχρὸς ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ διδασκάλου του, ὅπως λέει ὁ σοφὸς Θεοφάνης ὁ Κεραμέας καὶ γι’ αὐτὸ θερμαινόταν ἀπὸ τὴ φωτιὰ καὶ ἀπὸ τὴ ζέστη τοῦ κόσμου καὶ τῆς σάρκας τὴν ὁποία ἀνάβουν οἱ ὑπηρέτες τοῦ διαβόλου, ἡ ὁποία κατόπιν συνέχεια ἐξευτελίζει καὶ διαπομπεύει τὸν ταλαίπωρο ἁμαρτωλὸ καὶ τὸν κάνει ἀρνητὴ τοῦ Θεοῦ· ὁ Ἰωάννης ὅμως ὄντας θερμὸς στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δὲν χρειάσθηκε νὰ ζεσταθεῖ ἀπὸ τέτοια καταραμένη φωτιά.
Ὢ παγκάκιστη ἀμέλεια! Καλὰ σὲ ὀνόμασε ὁ ἅγιος Μάρκος ὁ ἀσκητὴς ἄθεη στὴν ἐπιστολή του πρὸς τὸν Νικόλαο, διότι σὲ ὅλο το μέλλον κάνεις τοὺς ἀνθρώπους ἄθεους καὶ ἀρνητὲς τοῦ Χριστοῦ· καλὰ εἶπε ὁ ἴδιος Μάρκος ὅτι οἱ τρεῖς μεγάλοι γίγαντες τοῦ διαβόλου κᾶ τῶν παθῶν εἶσαι ἐσὺ καὶ ἡ λησμοσύνη καὶ ἡ ἄγνοια· καλὰ σὲ τοποθέτησαν οἱ θεολόγοι στὴν πρώτη θέση ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ὁδηγοῦν στὴν καταστροφή, ἡ ὁποία παρασύρεις μαζί σου καὶ τοὺς ἄλλους τρεῖς βαθμοὺς τῆς ἀπώλειας τὴν τύφλωση τοῦ νοῦ, τὴν πώρωση τῆς καρδιᾶς καὶ τὸν ἀδόκιμο νοῦ.
Τώρα ἐσύ, ἀγαπητέ, ποὺ διαβάζεις αὐτά, μπὲς μέσα στὸν ἑαυτό σου καὶ ἐξέτασε καλὰ τὴν καρδιά σου, ἡ ὁποία μερικὲς φορὲς εἶναι τόσο μυστική, ὥστε ὄχι μόνο στοὺς ἄλλους εἶναι ἀγνώριστη, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ στὸν ἴδιο τὸν ἑαυτό σου, ὅπως ἀναφέρεται· «Ἀνεξερεύνητα εἶναι τὰ βάθη τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ τὴν γνωρίσει;» (Ἱερεμ, 17,9). Μπὲς μέσα στὴν καρδιά σου καὶ ἴσως βρεῖς ἐκεῖ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐλαττώματα, διότι καὶ σύ, ὅταν σου συμβεῖ κάποια περίπτωση καὶ κάποιος πειρασμός, ἀμέσως ὅπως ὁ Πέτρος λησμονεῖς ὅλους τους φωτισμοὺς καὶ τὶς ὑποσχέσεις πού σου ἔδωσε ὁ Θεὸς μέσα ἀπὸ τὶς ἅγιες Γραφές του, γιὰ νὰ γνωρίσεις τὴν μηδαμινότητα ποὺ ἔχουν οἱ ἡδονὲς καὶ τὰ καλά του κόσμου· καὶ τὸ παράξενο εἶναι ὅτι ξεχνᾶς καὶ αὐτὴν τὴν ἐμπειρία καὶ τὴν δοκιμή, ποὺ ἔκανες τόσες καὶ τόσες φορὲς στὰ καλά του κόσμου, δοκιμάζοντάς τα πάντοτε καὶ βρίσκοντάς τα ψεύτικα ὅλα, πράγμα τὸ ὁποῖο ὁ Πέτρος δὲν τὸ ἔπαθε, γιατί αὐτὸς δὲν δοκίμασε ἄλλη φορᾶ τί εἶναι ἡ ἄρνηση. Κάνεις μερικὲς φορὲς κάποιο καλὸ ἔργο, ἀλλὰ ποιὸς ξέρει μήπως τὸ καλὸ αὐτὸ τὸ ἔχεις ἀνακατεμένο μαζὶ μὲ κάποιο κοσμικὸ σκοπό; δηλαδὴ ἢ γιὰ νὰ σὲ δοξάσει ὁ κόσμος ἢ γιὰ νὰ κερδίσεις κάτι ἢ γιὰ νὰ φαίνεσαι καλλίτερος ἀπὸ τοὺς ἄλλους; Θέλεις νὰ ἀκολουθεῖς τὸν Ἰησοῦ, ἀλλὰ μὲ μία ἐνδιάμεση κατάσταση δηλαδὴ οὔτε ὅλος νὰ δοθεῖς στὸν Θεό, οὔτε ὅλος στὸν κόσμο· δηλαδὴ ζητᾶς ἕναν δρόμο ποὺ νὰ μὴ εἶναι οὔτε ὁ πλατὺς δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια οὔτε ὁ στενὸς καὶ γεμάτος θλίψεις ποὺ ὁδηγεῖ στὴν σωτηρία· ἀλλὰ ζητᾶς ἕναν δρόμο, ποὺ νὰ μπορεῖς καὶ σὺ νὰ ἀκολουθήσεις τὸν Χριστό, ὅπως ὁ Πέτρος ἀπὸ μακριά, ἀλλὰ χωρὶς νὰ παραιτεῖσαι καθόλου ἀπὸ τὴν ὑπηρεσία τῶν παθῶν σου. Ὢ παγκάκιστη ἀμέλεια, ποὺ κυριεύει ἀκόμη κι ἐσένα ἀδελφέ! Μὴ κατηγορεῖς, λοιπόν, στὸ ἑξῆς τὸν μακάριο Πέτρο, ποὺ νικήθηκε ἀπὸ τὴν ἀμέλεια, ἀλλὰ νὰ κατηγορεῖς τὸν ἑαυτό σου, διότι νικιέσαι ἀπὸ αὐτήν. Καὶ ἐκεῖνος βέβαια, νικήθηκε μία φορά, ἐνῶ ἐσὺ νικιέσαι καθημερινά. Μὴ κατακρίνεις τὸν Πέτρο, γιατί ἀρνήθηκε τὸν Κύριο, ἀλλὰ νὰ κατακρίνεις τὸν ἑαυτό σου· διότι μολονότι ὁμολογεῖς τὸν Θεὸ μὲ τὰ λόγια, τὸν ἀρνεῖσαι ὅμως μὲ τὰ ἔργα, κάνοντας ἀντίθετα σ’ ἐκεῖνα ποὺ διατάζει, ὅπως λέει ὁ Παῦλος· «Ὁμολογοῦν ὅτι γνωρίζουν τὸν Θεό, τὸν ἀρνοῦνται ὅμως μὲ τὰ ἔργα». Νὰ κατακρίνεις τὸν ἑαυτό σου, γιατί ὅσες φορὲς ὁρκίζεσαι ψεύτικα, ἢ ὅσες φορὲς ἀρνεῖσαι τὴν ἀλήθεια καὶ δὲν θέλεις νὰ τὴν ὁμολογήσεις ἢ ἀπὸ πεῖσμα ἢ ἀπὸ ὑπερηφάνεια ἢ αὐταρέσκεια, τόσες φορὲς ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια• «Ἐγὼ εἶμαι ἡ ἀλήθεια» (Ἰω. 14,6) ὅσες φορὲς βασίζεσαι στὴν δύναμή σου καὶ προσκυνεῖς σὰν εἴδωλο τὴν περιουσία σου, ἀρνεῖσαι τὸν Χριστό· γι’ αὐτὸ καὶ ὁ ἅγιος Παῦλος ὀνόμασε τὴν πλεονεξία εἰδωλολατρεία (Κολοσ. 3,5). Καὶ γιὰ νὰ μιλήσω γενικά· ὁτιδήποτε προτιμᾶς περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, κι ἂν ἀκόμη ἐκεῖνο εἶναι μία βελόνα, λέγεται ἄρνηση τοῦ Χριστοῦ· γι’ αὐτὸ εἶπε καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, ὅτι μὲ πολλοὺς τρόπους μπορεῖ κάνεις νὰ ἀρνεῖται τὸν Χριστό.
Γι’ αὐτό, καὶ σὺ ἀδελφέ, μιμήθηκες τὸν Πέτρο στὴν ἁμαρτία, ἃς μιμηθεῖς καὶ τὴν μετάνοιά του· ἐπειδή, σύμφωνα μὲ τὸν σοφὸ Νικήτα, γι’ αὐτὸ τὸν λόγο γράφτηκαν τὰ σφάλματα τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ μιμηθοῦμε ἐμεῖς τὴν μετάνοιά τους· «Μαθαίνουμε ἀπὸ τὶς ἅγιες Γραφὲς τὶς πτώσεις τῶν ἅγιων, γιὰ νὰ γίνουμε μιμητὲς καὶ τῆς μετάνοιάς τους» (Σείρ. Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον). Ἐκεῖνος μία φορὰ ἀρνήθηκε τὸν Κύριο, ἀλλὰ μετανοοῦσε σὲ ὅλη του τὴ ζωὴ• διότι, λέει ὁ ἅγιος Κλήμης, ὁ μαθητής του, ὅτι ὅσες φορὲς ὁ Πέτρος ἄκουγε τὸν πετεινὸ ποὺ φώναζε, θυμόταν τὴν ἄρνηση ποὺ ἔκανε καὶ ἔκλαιγε· λέει καὶ ὁ Εὐαγγελιστὴς Μάρκος γιὰ τὸν Πέτρο ὅτι «Ἄρχισε νὰ κλαίει» (Μάρκ. 14,72), πράγμα, ποὺ ἐρμηνεύοντας ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος τὸ λέει ἀντὶ τὸ ‘ἀρξάμενος’. Διότι ἀφοῦ ἄρχισε μία φορὰ νὰ κλαίει, δὲν σταμάτησε νὰ κλαίει σὲ ὅλη του τὴν ζωή.Καὶ σὺ νὰ μετανοήσεις ἀπὸ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς σου πρὸς τὸν Θεὸ σὲ ὅλη σου τὴν ζωή· καί, ὅσες φορὲς θυμᾶσαι τὶς ἁμαρτίες σου, νὰ κλαῖς καὶ νὰ χύνεις γι’ αὐτὲς δάκρυα πολὺ πικρά· γιατί λέει ὁ ἅγιος Ἱερώνυμος, ὅτι «Ἡ μὲν προσευχὴ καταπραΰνει τὸν Θεό, ποὺ εἶναι ὀργισμένος, ἐνῶ τὰ δάκρυα τὸν ἀναγκάζουν νὰ ἐλεήσει». Καὶ ὁ ἅγιος Χρυσόστομος λέει ὅτι μετὰ τὴν βροχὴ ὁ ἀέρας γίνεται καθαρὸς καὶ ξάστερος, καὶ μετὰ τὰ δάκρυα ἡ ψυχὴ καὶ ὁ νοῦς γίνονται καθαρὰ καὶ ξάστερα. Ὁ Πέτρος ἀκούγοντας ἐκεῖνον τὸν πετεινό, ποῦ φώναξε, ξύπνησε καὶ συναισθάνθηκε τὴν ἁμαρτία του καὶ ἐσὺ ἀκούγοντας τὸν Κύριο, πού σου φωνάζει «Γρηγορεῖτε» (Μάρκ. 13,37), ξύπνα ἀπὸ τὴν ἀμέλεια, ἔλα σὲ συναίσθηση τῶν ἁμαρτιῶν σου καὶ στάσου ἄγρυπνος.
Ἐκεῖνος ὅσο ἦταν στὴν αὐλὴ τοῦ ἀρχιερέως μαζὶ μὲ τοὺς στρατιῶτες δὲν μποροῦσε νὰ κλάψει καὶ νὰ μετανοήσει, ἀλλὰ ἔκλαψε μόλις βγῆκε ἔξω ἀπὸ τὴν αὐλὴ• «Καί. μόλις βγῆκε ἔξω ἔκλαψε πικρὰ» (Ματθ. 26,75). Καὶ ἐσύ, ἂν δὲν βγεῖς ἔξω ἀπὸ τὴν ἀναισθησία τοῦ νοῦ σου, ποὺ ἔχει πωρωθεῖ, ὅπως λέει ἀλληγορικὰ ὁ ἱερὸς Θεοφύλακτος καὶ ἂν δὲν ἀπομακρυνθεῖς ἀπὸ τὰ αἴτια τῆς ἁμαρτίας καὶ ἂν δὲν ἀπομακρυνθεῖς ἐντελῶς ἀπὸ τὸ κακό, δὲν μπορεῖς νὰ κλάψεις τὶς ἁμαρτίες σου καὶ νὰ δείξεις ἀληθινὴ μετάνοια.
Ἐκεῖνος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία τῆς ἀρνήσεως ἀπέκτησε μετάνοια, ἀπέκτησε ταπείνωση, δηλαδὴ τὸ νὰ μὴν ἔχει ἐμπιστοσύνη στὴ δύναμή του, ἀλλὰ στὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ· ἀπόκτησέ το νὰ μὴν ἀπελπίζεται καὶ τὴ συμπόνοια στοὺς ἁμαρτωλοὺς Καὶ σὺ ἀπὸ τὶς προηγούμενες ἁμαρτίες ποὺ ἔχεις κάνει, μάθε νὰ ταπεινώνεσαι· μάθε ὄχι νὰ κατηγορεῖς τοὺς ἄλλους ὅταν ἁμαρτάνουν, ἀλλὰ νὰ τοὺς συμπονᾶς καὶ νὰ τοὺς διδάσκεις νὰ μὴν ἀπελπίζονται.
Ἐκεῖνος μὲ τὴ μεγάλη μετάνοια, ποὺ ἔδειξε, δέχθηκε πάλι τὴν ἀποστολικὴ ἀξία, ποὺ ἔχασε καὶ ἔγινε πάλι κορυφαῖος των Ἀποστόλων· καὶ ἐσὺ ἐὰν μετανοεῖς μὲ τέτοια θερμότητα, μπορεῖς νὰ δεχθεῖς τὴν χάρι τῆς υἱοθεσίας ποὺ ἔχασες μὲ τὴν ἁμαρτία σου, καὶ νὰ γίνεις πάλι υἱὸς Θεοῦ καὶ κληρονόμος τῆς βασιλείας του.
Γνώρισε, λοιπόν, ὅτι αἰτία ὅλων σου τῶν πταισμάτων ἦταν ἡ ἀμέλειά σου καὶ νὰ ντραπεῖς μπροστὰ στὸν θεϊκό σου διδάσκαλο· καὶ ἀπὸ δῶ καὶ πέρα ἀποφάσισε νὰ ἀρχίσεις μία καινούργια ζωὴ μὲ νέα θερμότητα καὶ μὲ σκοποὺς ὅλους θεϊκοὺς δηλαδὴ γιὰ νὰ δοξάζεις τὸν Θεὸ καὶ γιὰ νὰ ἀσφαλίσεις τὴ σωτηρία σου. Καί, τέλος πάντων, ἐπειδὴ ἡ ἀμέλεια ἔχει μεγάλη δύναμη καὶ μπορεῖ πάλι νὰ σὲ ρίξει στὴν πτώση τῆς ἁμαρτίας μολονότι εἶναι φοβερὴ καὶ ἡ δύναμη τοῦ διαβόλου• «Αὐτοὶ ὅμως ἀμέλησαν (οἱ καλεσμένοι στοὺς γάμους) καὶ πῆγαν ὁ ἕνας στὸ χωράφι του καὶ ὁ ἄλλος στὸ ἐμπόριό του» (Ματθ. 22,5) γι’ αὐτὸ παρακάλεσε τὸν Κύριο νὰ σὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν μία καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη, ἀλλὰ τὸ σπουδαιότερο νὰ σὲ ἐλευθερώσει ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου, γιατί σὺ ὁ ἴδιος εἶσαι γιὰ τὸν ἑαυτό σου ἕνας ἐχθρὸς χειρότερος ἀπὸ κάθε διάβολο, καθὼς ἀναφέρεται· «Ἐκεῖνοι ποὺ ἁμαρτάνουν εἶναι ἐχθροί της ζωῆς τοὺς» (Τωβὶτ 12,10).

Γ΄.
Αποτέλεσμα εικόνας για ἄρνησι τοῦ Ἀποστόλου ΠέτρουΣκέψου, ἀγαπητέ, την τρίτη αἰτία καὶ τὴν τελευταία ἀφορμή, ἀπὸ τὴν ὁποία ὁ Ἀπόστολος Πέτρος ἔπεσε στὴ ἄρνησι· ἦταν ἡ ἔλλειψις τῆς προσευχῆς· και η αἰτία πάλι τῆς ἐλλείψεως τῆς προσευχῆς ἦταν ἡ ἀμέλεια καὶ ἡ ὑπερηφάνεια· γιατί εκεινος ποὺ νομίζει ὅτι δὲν κινδυνεύει ἀπὸ τίποτε καὶ ὅτι εἶναι σταθερὸς αὐτὸς δὲν ζητάει μὲ τὴν προσευχὴ τοῦ βοήθεια ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἐνῶ ὁ ἅγιος Πέτρος εἶχε πολλὲς αἰτίες νὰ παραδοθῆ στὴν προσευχή, γιατί καὶ ὁ Χριστὸς τοῦ παρήγγειλε πολλὲς φορὲς μὲ τοὺς ἄλλους Ἀποστόλους «Ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε, γιὰ νὰ μὴ πέσετε σὲ πειρασμὸ» (Μάρκ. 14, 38)· καὶ ἐπειδὴ γι’ αὐτὸ τὸν ἐπετίμησε χωριστά· «Σίμων, κοιμᾶσαι; Δὲν μπόρεσες μία ὥρα νὰ ἀγρυπνήσης» (Μάρκ. 14,37). Ἀκόμη καὶ μὲ τὸ ἐξαιρετικὸ παράδειγμα ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Σωτὴρ στὸν κῆπο προσευχόμενος τρεῖς συνεχόμενες ὧρες [Ἐπειδὴ σὲ τρία χρονικὰ διαστήματα ἔκανε ὁ Κύριος τὴν προσευχὴ στὸν κῆπο, ὅπως λένε οἱ ἱεροὶ εὐαγγελιστές· στὸ πρῶτο διάστημα ἀναφέρουν καθαρὰ ὁ Ματθαῖος καὶ ὁ Μάρκος ὅτι προσευχήθηκε ὁ Κύριος γιὰ μία ὥρα· ἀπὸ ἐδῶ συμπεραίνουν πολλοί, ὅτι καὶ στὰ ἄλλα δύο χρονικὰ διαστήματα πέρασαν δύο ὧρες]. Ὅμως, ὅλα αὐτά, δὲν στάθηκαν ἱκανὲς ἀφορμὲς γιὰ νὰ ξυπνήσουν τὸν Πέτρο ἀπὸ τὸν βαρὺ ὕπνο τῆς ἀμέλειας καὶ τῆς λύπης· «Διότι τὰ μάτια τοὺς ἤσαν πολὺ κουρασμένα» (Μάρκ. 14, 40), γιὰ νὰ θελήση νὰ προσευχηθῆ καὶ νὰ χρησιμοποιήση ἕνα τόσο εὔκολο ὅπλο, γιὰ νὰ δυναμώση μὲ αὐτὸ τὴν ἀσθένειά του καὶ νὰ παρηγορήση τὴν λύπη του. Τώρα, πρόσεξε, ἀδελφέ, πόσο ἀδύνατος εἶναι ὁ ταλαίπωρος ἄνθρωπος ὅταν δὲν ἑνωθῆ μὲ τὸν Θεὸ μὲ τὴν προσευχὴ παρακαλώντας τὸν νὰ τοῦ χαρίση τὴν βοήθειά του. Ὁ Πέτρος ὁ πρῶτος καὶ ὁ κορυφαῖος ὅλων των Ἀποστόλων, ὁ Πέτρος ποὺ ἀγαποῦσε τὸν διδάσκαλό του περισσότερο ἀπὸ ὅλους τους ἄλλους μαθητές· ὁ Πέτρος πρὸς τὸν ὁποῖον ἀπεκάλυψε ὁ Πατέρας μὲ τόσο φῶς τὴν θεότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ· «Δὲν σοῦ τὸ ἀπεκάλυψε αὐτὸ ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ Πατέρας μου ὁ ἐπουράνιος» (Ματθ. 16, 17)· ὁ Πέτρος ποὺ μὲ τόση γενναιότητα ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ γιὰ Υἱὸ τοῦ Θεοῦ μπροστὰ στοὺς ἄλλους Ἀποστόλους· «Ἐσὺ εἶσαι ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ ζωντανοῦ Θεοῦ» (Ματθ. 16, 16)· ὁ Πέτρος ποὺ εἶδε τὴν θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ὅταν φάνηκε πάνω στὸ ὅρος Θαβώρ· ὁ Πέτρος λέω, ἐκεῖνος χωρὶς νὰ δεθῆ ἀπὸ στρατιῶτες χωρὶς νὰ ἐξετασθῆ ἀπὸ κριτὲς χωρὶς νὰ δαρθῆ, χωρὶς νὰ καταδικασθῆ σὲ θάνατο, ἀλλὰ μόνον ἐπειδὴ ρωτήθηκε ἀπὸ ἕνα ἀσήμαντο γυναικάριο, ὄχι μὲ φοβέρα καὶ ἀπειλῆ, ὄχι μὲ ἀγριότητα καὶ θυμό, ἀλλὰ μὲ καλωσύνη καὶ ἡμερότητα· «Μήπως εἶσαι καὶ σὺ ἀπὸ τοὺς μαθητὲς αὐτοῦ του ἀνθρώπου;» (Ἰω. 18, 17) ἀμέσως ἀπαντᾶ, ὅτι δὲν γνωρίζει τὸν θεϊκό του διδάσκαλο οὔτε καν ὡς ἄνθρωπο· «Δὲν γνωρίζω τὸν ἄνθρωπο» (Ματθ. 26, 73) καὶ προχωρώντας ἀκόμη στὸ χειρότερο ἄρχισε μπροστά σε ὅλο ἐκεῖνο τὸ βλάσφημο πλῆθος νὰ προσθέτη ἐπάνω στὴν ἄρνησι καὶ ὅρκους ἀκόμη καὶ ἀναθέματα, γιὰ νὰ βεβαιώση τὸ ψεῦδος του· «Τότε ἄρχισε μὲ κατάρες καὶ ὅρκους νὰ λέη· ‘Δὲν γνωρίζω τὸν ἄνθρωπο’» (Ματθ. 26, 74). Και ὅλα αὐτὰ γιατί; Διότι δὲν ἔλαβε μαζί του τὸ ὅπλο τῆς προσευχῆς· γιατί δὲν δυνάμωσε τὴν ἀδυναμία του μὲ τὴν προσευχή, οὔτε ἑνώθηκε μὲ αὐτὴ μὲ τὸν παντοδύναμο Κύριο. Τέτοια εἶναι τὰ κακὰ καὶ τέτοιοι εἶναι οἱ λαβύρινθοι, στοὺς ὁποίους πέφτει ὅποιος δὲν προσεύχεται συνέχεια· φθάνει στὸ σημεῖο νὰ ἀρνηθῆ καὶ τὸν Κύριο γιὰ τόσο ἀσήμαντο πράγμα καί, ἀφοῦ τὸν ἀρνηθῆ, συνεχίζει τὸν μεγάλο κατήφορο προχωρώντας καὶ πέφτοντας στὸν γκρεμὸ πότε τῆς μίας καὶ πότε τῆς ἄλλης ἁμαρτίας σὰν νὰ μὴ γνώρισε ποτὲ τὸν Θεὸ μὲ τὴν πίστι. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος εἶπε τὴν παραβολὴ τῆς χήρας καὶ τοῦ κριτῆ τῆς ἀδικίας γιὰ νὰ μᾶς παρακινήση νὰ προσευχώμαστε πάντοτε καὶ νὰ μὴ ἀδιαφοροῦμε· «Τοὺς εἶπε καὶ παραβολή, γιὰ νὰ τοὺς διδάξη ὅτι πρέπει πάντοτε νὰ προσεύχονται καὶ νὰ μὴ χάνουν τὸ θάρρος τοὺς» (Λουκ. 18, 1).
Μάθε, λοιπόν, καὶ σὺ ἀδελφέ, μὲ ξένα ἔξοδα, δηλαδὴ μὲ τὴν πτῶσι αὐτὴ τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, μάθε νὰ μὴ ἀφήσης ποτὲ τὸν ἑαυτό σου νὰ ἐμποδισθῆ ἀπὸ κάποιο πράγμα στὸ νὰ προστρέχης πάντοτε μὲ τὴν προσευχὴ στὸν Κύριο, πάντοτε βέβαια, ἰδιαίτερα ὅμως σὲ καιρὸ πειρασμοῦ καὶ θλίψεως· «Μὴ σ’ ἐμποδίση τίποτε στὸν καιρό σου νὰ ἐκπληρώσης ὅ,τι ἔταξες» (Σείρ. 18, 22). Εάν ὅμως ἐγκαταλείψης τὴν προσευχή, γνώριζε ὅτι θὰ εἶναι ἀρκετὸ ἕνα ἁπλὸ παιχνίδι, ἕνας ἁπλὸς λόγος μία μόνο ἀντίρρησις τοῦ κόσμου, γιὰ νὰ σὲ κάνη νὰ ἀρνηθῆς ὅλες τὶς καλὲς ἀποφάσεις ποὺ πῆρες γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς καὶ νὰ ξεχάσης ἐκεῖνον τὸν Κύριο, ποὺ τόσο πολὺ σὲ εὐεργέτησε καὶ ἔδωσε γιὰ σένα τὸ αἷμα καὶ τὴν ζωή του.
Γιὰ νὰ ἀποδώση, ὅμως ἡ προσευχή σου καρπὸ καὶ γιὰ νὰ γίνη, ὅπως πρέπει, μὲ συντομία σου λέω τὰ ἑξῆς ἀπαραίτητα καὶ οὐσιώδη γι’ αὐτήν. Γνώριζε, λοιπόν, ἀδελφέ, ὅτι σύμφωνα μὲ τὸν Μένα Βασίλειο (Διατάξ. ἀσκητ. α’.) η προσευχὴ διαιρεῖται σὲ τέσσερα· α’. στὴν δοξολογία τοῦ Θεοῦ. β’. στὴν εὐχαριστία τῶν εὐεργεσιῶν του· γ’. στὴν ἐξομολόγησι τῶν ἁμαρτιῶν καὶ δ’. στὴν αἴτησι ἐκείνων, ποὺ εἶναι ἀπαραίτητα γιὰ τὴν σωτηρία. Όταν, λοιπόν, προκηται νὰ προσευχηθῆς ἄρχισε πρῶτα ἀπὸ τὴν δοξολογία τοῦ Θεού λεγοντας· «Δόξα σοί, Κύριε, ὁ Θεός μου, ὁ ἀκατάληπτος καὶ ἀγαθὸς καὶ Παντοδύναμος καὶ κτίστης ὅλου του κόσμου»· καιμη ἀρχίσης νὰ ζητᾶς ἀμέσως· γιατί μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν κατηγορεῖς τὴν προαίρεσί σου, ὅτι δηλαδή τρεχεις στὸν Θεὸ ἀπὸ ἀνάγκη, ὅπως λέει ὀΜέγας Βασίλειος· «Ὅταν προσεύχεσαι μὴ ἔλθης ἀμέσως στὴν αἴτησί σου· διαφορετικὰ διαβάλλεις τὴν προαίρεσί σου, ὅτι ἔρχεσαι νὰ προσευχηθῆς στὸν Θεὸ πιεζόμενος ἀπὸ ἀνάγκη». Κατόπιν ευχαριστησε τὸν Θεο λέγοντας· «Σὲ εὐχαριστῶ γιὰ ὅλες τὶς εὐεργεσίες ποὺ ἔκανες γιὰ μένα, μολονότι δὲν σὲ εὐχαριστῶ, ὅπως πρέπει».
Κατόπιν εξομολογησου μπροστά του ὅλες σου τὶς ἁμαρτίες, ἂν μπόρεσηςκαθε μία ξεχωριστά, γιὰ μεγαλύτερη κατάνυξι, ὅπως εἶναι καὶ οἱ εὐχὲς τῆς Θείας Μεταλήψεως λέγοντας· ἁμάρτησα ἐνώπιόν σου, Κύριε, καὶ σὲ λύπησα μὲ φόνους μὲ κλοπὲς μὲ πορνεῖες κ.λπ. Αν, ὅμως μαζὶ μὲ τὶς σαρκικὲς ἁμαρτίες ποὺ ἔκανες θυμᾶσαι καὶ τοὺς τρόπους καὶ τὰ πρόσωπα μὲ τὰ ὁποῖα ἁμάρτησες καὶ μολύνεσαι, ἄφησε τὴν ἐξειδικευμένη ἐξομολόγησι τῶν σαρκικῶν σου ἁμαρτιῶν, ὅπως λέει ὀ άγιος Μάρκος ὁ ἀσκητής καὶ λέγε μόνο· «Κύριε, ἁμάρτησα καὶ σὲ λύπησα μὲ πολλὲς σαρκικὲς ἁμαρτίες»· τὶς ἄλλες σου ἁμαρτίες ὅμως νὰ τὶς ἐξομολογηθῆς καθαρὰ μία μία. Τέταρτοκαι τελευταῖο, ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ ὄχι δόξα καὶ πλοῦτο καὶ ἡδονὲς καὶ ὑγεία σωματική, ἀλλὰ τὴν βασιλεία του καὶ τὴν δικαιοσύνη του, ὅπως σου παραγγέλνει ὁ Κύριος (Ματθ. 6, 33). Λέγε μάλιστα· «Κύριε, θεράπευσε τὴν ψυχή μου, διότι ἁμάρτησα σὲ σένα». Κύριε, συγχώρησε τὶς ἁμαρτίες μου· Κύριε, μὴ μὲ ἀφήσης νὰ πέσω σὲ πειρασμό· Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ. Καὶ τὸ περισσότερο μέρος τῆς προσευχῆς σου, ἃς εἶναι αὐτὰ τὰ αἰτήματα· διότι βλέπουμε καὶ στὴν Κυριακὴ προσευχὴ τοῦ Πάτερ ἠμῶν, περισσότερες εἶναι οἱ αἰτήσεις παρὰ τὰ ἄλλα.
Οἱ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους πρέπει νὰ προσεύχεσαι γενικὰ εἶναι δύο·ἐσωτερικός και εξωτερικος. Ο εσωτερικός τρόπος εἶναι το νὰ προσπαθῆς νὰ συγκεντρώνης ὅλον τὸν νοῦ σου στὰ λόγια τῆς προσευχῆς σου καὶ νὰ μὴ τὸν ἀφήνης νὰ σκέπτεται τίποτε ἄλλο, σκεπτόμενος ὅτι βρίσκεσαι μπροστὰ στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ· καὶ γιὰ νὰ συγκεντρώνεται καλλίτερα ὁ νοῦς σου, κράτα καὶ γιὰ λίγο τὴν ἀναπνοή σου, ὅπως ἀναφέρουν οἱ ὅσιοι Πατέρες, ἐνῶ τὴν καρδιά σου κᾶνε τὴν νὰ διατίθεται καὶ νὰ ἐπιθυμῆ, ὅσα λέγονται, ὅπως ἐπιθυμεῖ τὰ καλὰ φαγητά, λαμβάνοντας φόβο καὶ ἔχοντας ταπείνωσι, συντριβὴ καὶ κατάνυξι στὴν προσευχὴ καὶ νὰ ἔχη καὶ δάκρυα· καὶ ἄλλοτε νὰ προσεύχεσαι μὲ τὸν νοῦ καὶ μὲ τὴν καρδιά σου (τὸ ὁποῖο εἶναι τὸ καλλίτερο) καὶ ἄλλοτε μὲ τὸ στόμα. Ο ἐξωτερικὸς πάλι τρόπος εἶναι νὰ προσεύχεσαι πότε ἔχοντας σκυμμένο τὸ κεφάλι σου, ὅπως ὁ τελώνης,πότε ὄρθιος, πότε γονατιστὸς καὶ πότε σηκώνοντας τὰ χέρια σου· οἱ τρόποι αὐτοὶ ἀναφέρονται ἀπὸ τὶς ἅγιες Γραφές· «Ὅταν στέκεσθε νὰ προσεύχεσθε» (Μάρκ. 11, 25). Καὶ «Γονάτισε καὶ προσευχήθηκε» (Πρὰξ 9, 40). Καὶ «Τὰ ὑψωμένα χέρια μου» (Ψάλμ. 140, 2). Ἂν ὅμως κανεὶς εἶναι ἀσθενὴς καὶ μεγάλος στὴν ἡλικία, ἃς προσεύχεται καὶ καθιστός. Ὁ καιρὸς πάλι τῆς προσευχῆς εἶναι οἰ επτᾶ χρονικοὶ προσδιορισμοί, ποὺ ἔχουν ὁρισθῆ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, δηλαδή· ἑσπερινός, ἀπόδειπνο, μεσονυκτικό, ὄρθρος καὶ ὧρες σύμφωνα μὲ τὸ «Ἑπτὰ φορὲς τὴν ἡμέρα σὲ δοξολόγησα» (Ψάλμ. 118, 164). Ἰδιαίτερα, ὄμως να βιάζης τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ προσεύχεσαι παντοτινὰ καὶ ἀδιάκοπα, ὅπως παραγγέλλει ὀ Απόστολος σε ὁλους μοναχοὺς καὶ λαϊκούς· «Συνεχῶς προσεύχεσθε» (Ἃ’ Θεσσαλόν. 5, 17) και την ὥρα ποὺ ἐκτελεῖς τὴν τέχνη σου ἢ ἄλλη ὑπηρεσία σου νὰ λὲς τὸ «Κύριε, Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ»· καὶ ὅλες τὶς εὐεργεσίες νὰ τὶς νοστιμίζης μὲ τὴν προσευχή, ὅπως λέει ὀ Μέγας Βασίλειος (ἐπιστολὴ ἃ’) καὶ εἴπαμε καὶ μεῖς προηγουμένως στὸν ἃ’ συλλογισμὸ – τῆς μελέτης γιὰ τὴν ζωὴ τοῦ Κυρίου, ποὺ ἐξετάζεται γενικά.
Ὁ τόπος τῆς προσευχῆς κατὰ κύριον λόγο, εἶναι ἡ Ἐκκλησία, κατόπιν ὅμως ἃς εἶναι ὁ πιὸ ἥσυχος τόπος τοῦ σπιτιοῦ σου. Γιατί βλέπουμε καὶ τὸν ἀπόστολο Πέτρο, ποὺ ἀνέβηκε στὸ πάνω μέρος τοῦ σπιτιοῦ (στὸ δῶμα) καὶ προσευχήθηκε· «Ἀνέβηκε ὁ Πέτρος στὸ ἀνώγειο, γιὰ νὰ προσευχηθῆ» (Πράξ. 10, 9). Καὶ γενικά, σὲ ὅποιον τόπο κι ἂν βρίσκεσαι, φρόντιζε νὰ προσεύχεσαι, διότι λέει· «Σὲ κάθε τόπο, ποὺ ἐξουσιάζει ὁ Κύριος εὐλόγησε τὸν Κύριο, ψυχή μου» (Ψάλμ. 102, 22).
Ὅταν, λοιπόν, προσεύχεσαι μὲ τέτοιον τρόπο, νὰ ὁμολογήσης ὅτι ὅλη σου ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ δύναμις στηρίζεται στὴν βοήθεια τοῦ λυτρωτῆ σοὺ καὶ ὅτι ὅσο ἐκεῖνος σὲ κρατάει σταθερά, γιὰ νὰ μὴ πέσης τόσο κι ἐσὺ θὰ παραμείνης ὄρθιος καὶ ἀνίκητος ἀπὸ τοὺς πειρασμούς. Ἀποφάσισε ἀπὸ δῶ καὶ πέρα μὲ τὴν προσευχὴ σου να ἀφιερώνεσαι καθημερινὰ στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ νὰ μὴ κουρασθῆς νὰ ζητᾶς τὸ ἔλεός του καὶ ὅλα ὅσα χρειάζονται γιὰ τὴν σωτηρία σου, κι ἂν ἀκόμη δὲν σοῦ τὰ δώση· κι ἂν περάση ἕνας χρόνος ἢ δυὸ ἢ τρεῖς ἢ τέσσερις ἢ καὶ περισσότεροι, ἕως ὅτου λάβης εσυ μὴ ἀναχώρησης ἀλλὰ μὲ πίστι νὰ ζητᾶς πάντα ἐργαζόμενος τὰ ἀγαθό, λέει ὀμέγας Βασίλειος (ἀσκητ. διατ. α’). Γιατί στο τέλος ὁ Θεὸς θὰ σοῦ τὰ χαρίση, ἂν ὄχι γιὰ τίποτε ἄλλο, τουλάχιστο γιὰ τὴν ἀδιαντροπιά σου, ὅπως εἶπε ὁ ἴδιος· «Κι ἂν δὲν σηκωθῆ νὰ τοῦ δώση, ἐπειδὴ εἶναι φίλος του, ὅμως γιὰ τὴν ἀδιαντροπιά του θὰ σηκωθῆ καὶ θὰ τοῦ δώση αὐτὰ ποὺ ἔχει ἀνάγκη» (Λουκ. 11, 8). Βλέπουμε ἀκόμη καὶ ἐκεῖνον τον δίκαιο Ἰσαάκ που παρακαλοῦσε εἴκοσι χρόνια τὸν Θεὸ νὰ τοῦ χαρίση παιδὶ καὶ ὕστερα τὸν ἄκουσε (Γέν. 25)· καὶ πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ὁσίους καθημερινὰ φώναζαν στὸν Θεό· ἔλεος, ἔλεος, ἔλεος· ἄλλος πενήντα καὶ ἄλλος ἑξήντα χρόνια και τότε ἔπαιρναν ἐκεῖνο ποὺ ζητουσαν ὴ μερικὲς φορὲς στὴν ζωή τους ἢ καὶ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου τους· και το κάνει αὐτὸ ὁ Θεὸς καὶ δὲν μᾶς δίνει εὔκολα ἐκεῖνο, ποὺ ζητᾶμε καὶ γιὰ ἄλλους λόγους ποὺ γνωρίζει ὁ ἴδιος ἰδιαίτερα, ὅμως γιὰ νὰ μᾶς κάνη νὰ παραμένουμε πάντοτε κοντά του καὶ γιὰ νὰ διατηρήσουμε καλὰ ἐκεῖνο ποὺ λάβαμε μὲ τόση δυσκολία, ὅπως λέει ὀΜέγας Βασίλειος· «Γι’ αὐτὸ ἀργεῖ νὰ δώση, σκεπτόμενος τὴν παραμονὴ μᾶς πλησίον του· καὶ γιὰ νὰ γνωρίσης τί εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ γιὰ νὰ διατηρήσης αὐτὸ πού σου δόθηκε μὲ φόβο» (ἀσκητ. διατάξ. α’). Καί, τέλος παντωνπαρακάλεσε τὸν Κύριο, ἀδελφέ, vά σου δώση αὐτὸ τὸ πνεῦμα καὶ τὸ χάρισμα τῆς προσευχής το ὁποῖο, σὰν κάποιο χρυσὸ κλειδί, θὰ μπορῆς νὰ ἀνοίγης ὅποτε ἔχεις ἀνάγκη, τοὺς θησαυροὺς τῆς χάριτος καὶ βοήθειάς του· «Τὸ Πνεῦμα βοηθᾶ στὶς ἀδυναμίες μᾶς διότι δὲν γνωρίζουμε πὼς πρέπει νὰ προσευχώμαστε, ἀλλὰ αὐτὸ τὸ – Πνεῦμα μεσιτεύει γιὰ μᾶς μὲ στεναγμοὺς ποὺ δὲν μποροῦν νὰ ἐκφρασθοῦν μὲ λόγια» (Ρωμ. 8, 26).

(«ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΑ ΓΥΜΝΑΣΜΑΤΑ» ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ, Ἔκδοσις Συνοδία Σπυρίδωνος Ἱερομονάχου, Νέα Σκήτη Ἁγίου Ὅρους, 2008)