Ὅταν προσευχόμαστε στὸ Θεό, τὸν παρακαλοῦμε νὰ μᾶς γλυτώσει ἀπὸ τὸν πονηρὸ: «…ῥῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ». Ἂν ὅμως δὲν γνωρίζουμε ποιὸς εἶναι ὁ πονηρός, ποιὰ τὰ δεσμά του καὶ ποιὰ ἡ ἐξουσία τοῦ πάνω σ’ αὐτοὺς ποὺ ἐξουσιάζει, πὼς ζητᾶμε νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπ’ αὐτὸν ὁ Θεὸς;

Πρῶτα νὰ ξέρουμε, πὼς ὅταν ὑποτασσόμαστε στὸ σατανᾶ καὶ τὸν ὑπηρετοῦμε μὲ τὰ πονηρά μας ἔργα, δὲν κοινωνοῦμε μὲ τὸ Θεό. Δὲν ἔχουμε σχέση μαζί του. Πατέρα μᾶς ἔχουμε τὸ διάβολο, ποὺ μᾶς ἐξουσιάζει. Μοιάζουμε μὲ τοὺς Ἑβραίους, ποὺ ἰ Κύριος τους εἶπε: «Ὑμεῖς ἐκ τοῦ πατρός τοῦ διαβόλου ἐστέ καί τάς ἐπιθυμίας τοῦ πατρός ὑμῶν θέλετε ποιεῖν». Γιατί ὅπως κάθε παιδὶ μοιάζει μὲ τὸ σαρκικὸ πατέρα του, ἔτσι καὶ κάθε χριστιανὸς πρέπει νὰ μοιάζει στὴν ἁγιότητα μὲ τὸν οὐράνιο Πατέρα του.

Πρέπει λοιπὸν νὰ ξέρουμε τί παγίδες μᾶς στήνει ὁ διάβολος καὶ πὼς ἀγωνίζεται νὰ μᾶς ὑποδουλώσει, γιατί τότε μόνο θὰ μπορέσουμε νὰ σπάσουμε τὰ σχοινιά, ποὺ τυλίγει γύρω μας. Κι ὅταν ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴν τυραννία του, θὰ ἔρθει μέσα μας ἡ βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔρχεται μόνο σ’ ὅσους Τὸν γνωρίζουν. Τότε θὰ γίνουμε συμπολίτες τῶν ἀγγέλων. Τότε, ἀντὶ γιὰ τὴν ἀδαμιαία κατάρα, θὰ ἔχουμε τὴ θεία εὐλογία. Καὶ ἀντὶ γιὰ θάνατο καὶ φθορά, θὰ ἔχουμε ζωὴ αἰώνια.

Γιὰ ν’ ἀποδιώξουμε ὅμως τὸ διάβολο καὶ νὰ λυτρωθοῦμε ἀπὸ τὴ δουλεία του, πρέπει ν’ ἀγαπήσουμε ὁλόψυχα τὸ Χριστό. Κι Αὐτός, ὅταν Τὸν ἀγαπήσουμε δυνατὰ καὶ ἀνυπόκριτα, θὰ βγάλει ἀπὸ μέσα μας τὰ φαρμακερὰ φίδια τῆς ἀναισθησίας καὶ τῆς ἀδιαφορίας, ποὺ δὲν μᾶς ἀφήνουν νὰ Τὸν πλησιάσουμε.

Γι’ αὐτὸ πολλοὶ χριστιανοί, ποὺ ἀπομακρύνονται ἀπὸ τὸ Θεό, γίνονται ἐπίορκοι, ζηλότυποι, φθονεροί, φιλοκατήγοροι, πλεονέκτες, ἀκάθαρτοι, ὑπερήφανοι, κλέφτες, ἄδικοι, ὑποκριτές, πόρνοι, μοιχοί, ἄσωτοι καὶ ἄνομοι: Γιατί χωρὶς Ἐκεῖνον, γίνονται ὑποχείριοί του πονηροῦ.

Ἀλλοίμονό μας, ἂν προσευχόμαστε στὸ Θεὸ καὶ κάνουμε ἐλεημοσύνες, μὰ ἡ ψυχὴ μᾶς μένει ἀκάθαρτη. Ἡ προσευχὴ τοῦ ὀργίλου εἶναι ρυπαρή. Ἡ ἐλεημοσύνη τοῦ ὑπερήφανου δὲν εἶναι εὐπρόσδεκτη ἀπὸ τὸ Θεό. Ἡ εὐεργεσία τοῦ ἄσωτου καὶ τὸ δῶρο τοῦ πλεονέκτη δὲν εὐαρεστοῦν τὸν Κύριο.

Ὁ Θεὸς δὲν ἐμπαίζεται. Τὴν καρδιά μας τὴ θέλει ὁλόκληρη. Δὲν μποροῦμε νὰ εἴμαστε στὴν κυριαρχία τοῦ διαβόλου, καὶ νὰ νομίζουμε ὅτι εὐαρεστοῦμε τὸ Θεό. Μᾶς τὸ λέει ὁ Ἀπόστολος: «Θεός οὐ μυκτηρίζεται».

Μπορεῖ σὰν ἄνθρωποι νὰ σφάλλουμε καὶ νὰ πικραίνουμε τὸν ἐπουράνιο Πατέρα μας. Ἀλλ’ ἂς εἴμαστε τουλάχιστον τίμιοι καὶ καθαροὶ ἀπέναντί Του. Ὅπως συμβαίνει μὲ τὸ παιδί: Μπορεῖ νὰ στεναχωρεῖ τοὺς γονεῖς του μὲ τὴν ἀπρόσεκτη συμπεριφορά του. Εἶναι ὅμως καθαρὸ καὶ ἄδολο, καὶ τοὺς ἀγαπάει εἰλικρινά. Τέτοια πρέπει νὰ εἶναι καὶ ἡ δική μας σχέση μὲ τὸ Θεό. Καὶ ὅμως ἐμεῖς, ἐνῶ ἔχουμε δώσει τὴν καρδιά μας στὸν πονηρό, ἔχουμε τὴν ψευδαίσθηση ὅτι δουλεύουμε στὸ Θεὸ.

Μόνο ὅταν δεῖ ὁ Χριστὸς τὴν καθαρὴ πρόθεσή μας νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε, τότε θὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου. Διαφορετικὰ δὲν θὰ ἐπέμβει. Καὶ χωρὶς Αὐτὸν δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε τίποτα, ὅπως βεβαίωσε ὁ ἴδιος: «Χωρίς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Ὁ διάβολος ὅλο καὶ θὰ μᾶς δένει μὲ μικρὲς καὶ μεγάλες ἁλυσίδες, καὶ θὰ μένουμε ἔτσι στάσιμοι, ἀνίκανοι νὰ πλησιάσουμε τὸ Θεὸ καὶ νὰ σωθοῦμε.

Τὸ στόμα μᾶς βέβαια μπορεῖ νὰ λέει ὅτι ἀγαπᾶμε τὸν Κύριο. Ὅμως ἀληθινὸ καὶ πραγματικὸ εἶναι μόνο ἐκεῖνο ποὺ βιώνει ἡ καρδιά.

Ἂς κλείσουμε λοιπὸν βαθιὰ μέσα στὴν καρδιά μας τὴν Ἀλήθεια, τὸ Χριστό, καὶ τότε ὁ διάβολος θὰ φύγει μακριά μας. Θὰ τὸν διώξει ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ μᾶς δυναμώσει καὶ θὰ μᾶς χαριτώσει, ὥστε ν’ ἀπαλλαγοῦμε ἀπὸ τὴ δαιμονικὴ κυριαρχία, νὰ καθαριστοῦμε ἀπὸ τὰ πάθη καὶ νὰ καταυγασθοῦμε ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο.

Ὁσίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου

πηγή

0 replies

Leave a Reply

Want to join the discussion?
Feel free to contribute!

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *