1. Ἀπόκριση τοῦ μεγάλου Γέροντα(1) πρὸς τὸν Ἀββᾶ Ἰωάννη ἀπὸ τὴ Μυρωσάβη, ποὺ ζήτησε νὰ ἔλθει καὶ νὰ μείνει κοντά τους στὸ κοινόβιο. 

Ἔχει γραφεῖ στὸν Ἀπόστολο, ὅτι «αὐτὸς ποὺ ἄρχισε ἀνάμεσά σας ἔργο ἀγαθό, ὁ ἴδιος καὶ θὰ τὸ τελειώσει μέχρι τὴν ἡμέρα τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ»(2). Καὶ πάλι ὁ Δεσπότης μᾶς εἶπε σ’ ἐκεῖνον ποὺ τὸν πλησίασε. «ἐὰν κάποιος δὲν ἀπαρνηθεῖ ὅλα τα ὑπάρχοντά του, καὶ τὴν οἰκογένεια, καὶ ἀκόμα ἂν δὲν μισεῖ καὶ τὴν ψυχή του, δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι μαθητής μου»(3). Ὁ Θεὸς ἔχει τὴ δύναμη νὰ πραγματοποιήσει τὸ λόγο σ’ ἐμᾶς. Διότι τί εἶναι πιὸ καλὸ καὶ πιὸ εὐχάριστο ἀπὸ τὸ νὰ κατοικοῦν οἱ ἀδελφοὶ στὸ ἴδιο μέρος; Ἀλλὰ εὔχομαι νὰ φθάσεις τὸ μέτρο ποὺ εἶναι γραμμένο στὶς Πράξεις. ὅτι δηλαδὴ ὅσοι εἶχαν κτήματα, τὰ πουλοῦσαν καί, φέροντας τὰ χρήματα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ πουλοῦσαν, τὰ τοποθετοῦσαν μπροστὰ στὰ πόδια τῶν Ἀποστόλων(4).

Καὶ ἐγώ, ἐπειδὴ γνωρίζω τὴν προθυμία σου, ποὺ εἶναι σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, θὰ πῶ στὸν ἀγαπητὸ υἱὸ μᾶς Σέριδο, ὁ ὁποῖος μαζὶ μὲ τὸ Θεὸ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους (καὶ ἐλπίζουμε στὸ Θεό, ὅτι θὰ προστατέψει μαζὶ μέ μας καὶ σένα), δέξου τὸν ἀδελφὸ Ἰωάννη μὲ πολλὴ ἀγάπη καὶ μὴ διστάσεις καθόλου. Διότι πρὶν ἀπὸ δύο χρόνια μου ἀποκάλυψε ὁ Θεός, ὅτι πρόκειται νὰ ἔλθει ἐδῶ, καὶ ὅτι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς πρόκειται νὰ συγκεντρωθοῦν κοντά μας. Καὶ ἐγὼ τήρησα τὴν ἀποκάλυψη ὡς ποὺ νὰ μάθω, τί θὰ κάνει ὁ Κύριος.

Μόλις λοιπὸν πληρώθηκε ὁ καιρός, καὶ ἐγὼ σᾶς τὸ φανέρωσα. Καὶ ἐπειδὴ σκέφθηκες ὅτι ἀπ’ ὅσα φορῶ σου δίνω, νὰ λοιπὸν μπροστὰ στὸν ἀδελφὸ πῆρα τὸ κουκούλιό μου ἀπὸ τὸ κεφάλι μου καὶ σοῦ τὸ ἔστειλα μ’ αὐτόν, λέγοντάς του. «Δῶσε τὸ σ’ αὐτὸν καὶ φέρε μου ἀντὶ αὐτοῦ ἄλλο». Κράτησε λοιπὸν αὐτὸ μέχρι τὸ θάνατό σου. διότι πρόκειται νὰ σὲ προστατέψει ἀπὸ πολλὰ κακὰ καὶ πειρασμούς. Καὶ νὰ μὴ τὸ δώσεις σὲ κανένα. διότι εἶναι εὐλογία Θεοῦ ἀπὸ τὰ χέρια μου. καὶ φρόντισε νὰ τελειώσεις τὸ ἔργο σου καὶ ν’ ἀπαλλαχθεῖς ἀπὸ κάθε ἐνόχληση, ὅπως ἀπαλλαχθήκαμε καὶ ἐμεῖς, καὶ μεῖνε κοντά μας ἀμέριμνα, συγκεντρώνοντας τὴν ἀφοσίωσή σου στὸ Θεό.

Καὶ ἐγὼ ὁ Σέριδος(5) σοῦ λέγω ἕνα θαυμαστὸ πράγμα. διότι, ὅταν ὁ Γέροντας εἶπε αὐτά, σκέφθηκα μόνος μου. «Πῶς μπορῶ νὰ συγκρατηθῶ ἀπὸ τὸ νὰ γράψω αὐτὰ τὰ πράγματα; ἐὰν ἤθελε ὁ Γέροντας , μποροῦσα νὰ φέρω ἐδῶ τὴ μελάνη καὶ τὸ χαρτὶ καὶ ν’ ἀκούσω ἕνα λόγο καὶ νὰ τὸν γράψω». Καὶ αὐτὸς κατάλαβε αὐτὰ ποὺ σκέφθηκα, καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό του σὰν φωτιὰ καὶ μοῦ εἶπε: «Πήγαινε γράψε, μὴ φοβηθεῖς. ἐάν σου πῶ νὰ γράψεις μύριους λόγους, τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ δὲ θὰ σὲ ἀφήσει νὰ γράψεις οὔτε ἕνα γράμμα περισσότερο ἢ λιγότερο, οὔτε κι ἂν ἐσὺ τὸ θέλεις, ἀλλὰ θὰ ὁδηγεῖ τὸ χέρι σου πὼς νὰ τὰ γράψεις αὐτὰ μὲ τὴ σειρά».

—————————————————-

  1. Μεγάλος Γέροντας λέγεται ὁ Βαρσανούφιος.
  2. Φιλ. 1, 6.
  3. Λουκ. 14, 33.
  4. Πραξ. 4, 34.
  5. Ο Σέριδος αὐτὸς ἦταν ἡγούμενος τοῦ κοινοβίου ποὺ βρισκόταν στὴν Γάζα, καὶ πνευματικὸ τέκνο τοῦ μεγάλου Βαρσανουφίου, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔκανε καὶ αὐτὲς τὶς ἀπαντήσεις. Τὰ λόγια αὐτὰ εἶναι προσθήκη τοῦ Σέριδου.

2.

Ἀπόκριση τοῦ ἰδίου μεγάλου Γέροντα πρὸς τὸν ἴδιο, ποὺ τοῦ προμηνύει τὶς διάφορες θλίψεις ποὺ θὰ τοῦ συμβοῦν, τὴ σωματικὴ ἀσθένεια καὶ τὴν προκοπὴ τῆς ψυχῆς ἀπὸ αὐτές.

Πὲς στὸν ἀδελφὸ Ἰωάννη. Στερέωσε τὴν καρδιά σου σὰν στερεὰ πέτρα(Ἡσ. 50,7). Πέτρα ἐννοῶ τὴ νοητή, γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ ἀκούσεις αὐτὰ ποὺ πρόκειται νὰ πῶ. πρόσεχε λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου, μὴ τυχὸν ἀκούοντας αὐτὸ τὸ πράγμα ὑπερηφανευθεῖ ἡ καρδιά σου καὶ ἐκπέσεις ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἐπαγγελία. Διότι ἡ ἀλαζονεία κατέστρεψε πολλοὺς καὶ ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ ἔφθασαν στὸ τέλειο μέτρο. ἑτοίμασε λοιπὸν τὸν ἑαυτό σου νὰ εὐχαριστεῖ ὅλους, ἀκούοντας τὸν ἅγιο Ἀπόστολο ποὺ λέγει: «νὰ εὐχαριστεῖτε σὲ κάθε περίπτωση»(Ἃ΄Θεσ. 5,18). Εἴτε λοιπὸν κατὰ τὶς θλίψεις εἴτε κατὰ τὶς ἀνάγκες ἢ στενοχωρίες εἴτε κατὰ τὶς ἀσθένεις καὶ τοὺς σωματικοὺς κόπους, σὲ ὅλα αὐτὰ ποὺ θὰ σοῦ συμβαίνουν νὰ εὐχαριστεῖς τὸ Θεό. Διότι ἐλπίζω ὅτι κι ἐσὺ μπορεῖς νὰ φθάσεις στὴν ἀνάπαυσή του. «διότι ἐμεῖς πρέπει νὰ φθάσουμε διὰ μέσου πολλῶν θλίψεων στὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ»(Πράξ. 14, 22).

Μὴν νοιώσεις λοιπὸν δισταγμὸ στὴν ψυχή σου καὶ νὰ μὴν παραλύσει ἡ καρδιά σου ὡς πρὸς κάτι. Ἀλλὰ νὰ θυμᾶσαι τὸν Ἀποστολικὸ λόγο ὅτι, «ἂν καὶ ὁ ἐξωτερικὸς ἄνθρωπός μου φθείρεται, ὅμως ὁ ἐσωτερικὸς ἀνακαινίζεται ἡμέρα μὲ τὴν ἡμέρα»(Β΄ Κορ. 4, 16). Ἐὰν λοιπὸν δὲν ὑπομείνεις τὰ πάθη, δὲν μπορεῖς νὰ ἔλθεις στὸ σταυρό. ἐὰν ὅμως βαστάξεις πρῶτα τα πάθη, θὰ εἰσέλθεις στὸ λιμάνι τῆς ἡσυχίας του καὶ θὰ ἡσυχάζεις στὸ ἑξῆς μὲ πολλὴ ἀμεριμνησία, ἔχοντας τὴν ψυχὴ στερεωμένη καὶ προσκολλημένη στὸν Κύριο γιὰ πάντα, φρουρούμενη μὲ τὴν πίστη, χαιρόμενη μὲ τὴν ἐλπίδα, εὐφραινόμενη μὲ τὴν ἀγάπη καὶ φυλασσόμενη ἀπὸ τὴν ἁγία καὶ ὁμοούσια Τριάδα, καὶ τότε θὰ ἐκπληρωθεῖ ἐκεῖνο ποὺ λέχθηκε γιὰ σένα: «ἃς εὐφρανθοῦν οἱ οὐρανοὶ τοῦ Θεοῦ κι ἃς νοιώσει ἀγαλλίαση ἡ γῆ»(Ψάλμ. 95, 11). Αὐτὴ εἶναι ἡ ἀμέριμνη ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ. διότι ὁ Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα χαίρονται γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σου, ἀγαπητέ μου ἀδελφέ.

3.

Ἀπόκριση τοῦ ἄλλου γέροντα(1) πρὸς τὸν ἴδιο ποὺ ζήτησε νὰ τὸν συναντήσει.

Πὲς στὸν ἀδελφό, συγχώρησε μὲ στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου, ἐπειδὴ ἐπιθυμῶ νὰ σὲ δῶ, ἀλλὰ γιὰ τὴ συνείδηση τῶν ἄλλων, δὲν βρίσκω ἐλευθερία. Συγχαίρω τὴν ἀγάπη σου γιὰ τὶς εὐλογίες πού σου στέλνει ὁ ἅγιος Γέροντας(2) καὶ εἶσαι ἀξιομακάριστος ποὺ ἀξιώθηκες νὰ λάβεις αὐτές.

—————————————————-

  1. Δηλαδή τοῦ Ἰωάννη τοῦ Ἡσυχαστῆ, τοῦ ἐπονομαζόμενου Προφήτη, πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Ἰωάννη ἀπὸ τὴ Μυρωσάβη. Εἶναι συνοδευτικὴ ἐπιστολὴ τῆς παραπάνω του Βαρσανουφίου.
  2. Ο Βαρσανούφιος μὲ τὴν ἐπιστολὴ 2.

Ἐπειδὴ συνέβηκε πειρασμὸς στοὺς μοναχούς του τόπου ὅπου ζοῦσε ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης πρὶν ἔλθει στὸ κοινόβιο, καὶ ἐπειδὴ ἐπρόκειτο νὰ προκληθεῖ ἐκεῖ ταραχή, ὅσο αὐτὸς ἦταν ἐκεῖ, ὁ μεγάλος Γέροντας, προβλέποντάς το αὐτὸ διὰ τοῦ Πνεύματος, γράφει σ’ αὐτὸν αὐτά. 

Γράψε στὸν ἀδελφὸ Ἰωάννη. Νὰ σοῦ στέλνω τρεῖς μαρτυρίες ἀπὸ τὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπὸ τὶς Γραφὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, μὲ τὶς ὁποῖες σου ἀφυπνίζω τὸ νοῦ, ὥστε νὰ εἶναι ἄγρυπνος πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὰ νοήματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος, γιὰ νὰ γνωρίσεις τί εἶναι αὐτὰ τὰ σχετικὰ μὲ τὸν παρόντα καιρό.

Πρώτη μαρτυρία εἶναι αὐτή: Ὁ Θεὸς εἶπε μὲ τὸν ἅγιο προφήτη Ἠσαΐα: «βάδιζε, λαέ μου καὶ εἴσελθε στὸ ταμεῖο σου, κλεῖσε τὴ θύρα σου, καὶ κρύψου γιὰ λίγο, ὡς ποὺ νὰ περάσει ἡ ὀργὴ τοῦ Κυρίου»(Ἡσ.26, 20).

Ἡ δεύτερη μαρτυρία πάλι εἶναι αὐτή: «βγεῖτε ἀνάμεσα ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἀποχωρισθεῖτε αὐτοὺς καὶ μὴν ἐγγίζετε ἀκάθαρτο, λέγει ὁ Κύριος, καὶ ἐγὼ θὰ σᾶς δεχθῶ καὶ θὰ εἶμαι γιὰ σᾶς ὁ Πατέρας καὶ ἐσεῖς θὰ εἶσθε υἱοί μου καὶ θυγατέρες, λέγει ὁ Κύριος ὁ Παντοκράτωρ»(Β΄ Κορ. 6, 17-18).

Τρίτη μαρτυρία εἶναι: «Νὰ προσέχετε πῶς περπατᾶτε, ὄχι σὰν ἄσοφοι, ἀλλὰ σὰν σοφοί, ἐξαγοράζοντας τὸν καιρό, ἐπειδὴ οἱ μέρες εἶναι πονηρὲς»(Ἔφ. 5, 15-16).

Ἐγὼ ὅμως σου λέγω, τρέχε σὲ ὅσα ἔχεις προγραμματισμένα καὶ τελείωσε τὸ ἔργο σου γρήγορα, ἐνθυμούμενος τὸν Κύριό σου ποὺ λέγει: «κανένας ποὺ πιάνει τὸ ἄροτρο καὶ στρέφει τὸ βλέμμα του πρὸς τὰ πίσω, δὲν εἶναι εὐπρόσδεκτος στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν»(Λουκ. 9, 62). διότι ἐγὼ βλέπω τὴν ἥσυχη ζωή σου, ποὺ εἶναι σύμφωνη μὲ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου μᾶς Ἰησοῦ Χριστοῦ, στὸν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στοὺς αἰῶνες. Γένοιτο.

Ἀπόκριση τοῦ μεγάλου Γέροντα πρὸς τὸν Ἀββᾶ, ποὺ λυπήθηκε (δηλαδὴ πρὸς τὸν ἀββᾶ τῆς Μονῆς Σέριδο), ἐπειδὴ καθυστέρησε νὰ ἔλθει ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης, καὶ ἀπὸ αὐτὸ ἐνόμισε ὅτι δὲν θὰ ἔλθει. 

Μὴ μικροψυχήσεις, τέκνο μου, οὔτε νὰ λυπηθεῖς γιὰ τὸν ἀδελφό μας. διότι, ἂν καὶ εἶναι μακριὰ μὲ τὸ σῶμα, ὅμως παραβρίσκεται ἐδῶ μὲ τὸ πνεῦμα καὶ εἶναι μαζί μας γιὰ πάντα. διότι εἶναι ὁμόψυχός μας καὶ τίποτε δὲν τὸν χωρίζει ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας ἀπὸ τώρα καὶ μέχρι τὸ αἰώνα.

Ἐπιστολὴ τοῦ ἴδιου μεγάλου Γέροντα γραμμένη πρὸς τὸν ἀββᾶ Ἰωάννη, ποὺ τακτοποιοῦσε στὴ χώρα τοῦ κάποιες ἀνάγκες τοῦ κοινοβίου καὶ ἐνοχλοῦνταν ἀπὸ σωματικὸ πόλεμο*.  

Γράψε στὸν ἀδελφό, ὅτι ἀκόμα εἶσαι ἔξω κοπιάζοντας σύμφωνα μὲ τὴ δύναμή σου, γιὰ τὸ Θεὸ καὶ γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν ἀδελφῶν. ἢ καλύτερα γιὰ τὴ δική μας καὶ τὴ δική σου ἀνάπαυση καὶ ἡσυχία. διότι, ἂν ἀναπαυθοῦν οἱ ἀδελφοὶ καὶ προστατευθοῦν ἀπὸ ἐμᾶς καὶ ἐμεῖς ἀπὸ αὐτούς, βρίσκουμε τὴν τέλεια ἡσυχία. καὶ ἐκπληρώνεται σὲ μᾶς ὁ γραμμένος λόγος. «ἀδελφὸς ποὺ βοηθεῖται ἀπὸ ἀδελφό, μοιάζει μὲ ὀχυρὴ καὶ περιτοιχισμένη πόλη»(Πάρ. 18,19). Κόψε ὅλες τὶς σχέσεις καὶ τὶς προφάσεις ποὺ ἔχεις, ὅσο εἶσαι ἔξω, καὶ μὴν ἀφήσεις πρόφαση οὔτε σχέση μὲ κανέναν ποὺ νὰ σὲ σύρει πρὸς τὰ πίσω. διότι, ἐὰν δὲν συμβαίνει αὐτό, δὲν ἡσυχάζεις μὲ τέλεια ἡσυχία. τὸ ἴδιο κάναμε κι ἐμεῖς. Κάνοντας λοιπὸν αὐτὰ ἐλπίζω ὅτι θὰ ἡσυχάσεις τέλεια. διότι ἔτσι γίνεσαι συγκληρονόμος μας μὲ τὸ Θεὸ καὶ τὸ μερίδιό σου θὰ εἶναι μαζί μας στὸν αἰώνα(Β΄ Κορ. 4, 10).

Κανένας νὰ μὴ μάθει ἕως τότε τὰ γραφόμενα πρὸς ἐσένα. κᾶνε λοιπὸν τὸν κόπο, ἐὰν κατευοδοθεῖ τὸ πράγμα μπροστά σου, εὐχαρίστησε τὸ Θεὸ καὶ προσευχήσου σ’ αὐτόν. διότι αὐτὸ σημαίνει το «νὰ εὐχαριστεῖτε γιὰ ὅλα το Θεὸ»(Ἃ΄ Θεσ. 5, 18). Καὶ νὰ μὴν ἀμελήσουμε νὰ ἀποδώσουμε τὴν εὐχαριστία στὸ Θεό, ὅπως ἐκεῖνος γιὰ τὸν ὁποῖο εἶπες κάποτε τὴν παραβολή. ὅτι πήγαινε νὰ προσευχηθεῖ στὴν ἐκκλησία πρὸς ἐξοικονόμηση τροφῆς, καὶ τὸν συνάντησε τότε κάποιος καὶ τοῦ εἶπε, ‘γευμάτισε σήμερα μαζί μου καὶ πήγαινε νὰ προσευχηθεῖς’. καὶ εἶπε, ‘δὲ θὰ πάω, διότι αὐτὸ πήγαινα νὰ ζητήσω ἀπὸ τὸ Θεό’.

Ἀλλὰ ἐμεῖς εἴτε βροῦμε εἴτε δὲ βροῦμε, ἃς προσφέρουμε τὴν προσευχὴ καὶ τὴν εὐχαριστία μας στὸ Θεό. Καὶ πρόσεχε νὰ κρατᾶς γιὰ πάντα τὴ νέκρωση τοῦ Ἰησοῦ στὸ σῶμα σου(Β΄ Κορ. 4, 10).

———————————————

*Την  ἀπάντηση αὐτὴ γράφει ὁ ἀββᾶς Βαρσανούφιος πρὸς τὸν ἀπὸ Μυρωσάβης, Ἀββᾶ Ἰωάννη, ποὺ ἦλθε στὸ κοινόβιο, ἔξω ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἦταν ἔγκλειστος καὶ ὁ Βαρσανούφιος.

Ἀπόκριση τοῦ μεγάλου Γέροντα πρὸς τὸν ἴδιο, ποὺ ἐπρόκειτο νὰ φύγει μὲ τοὺς ἀδελφοὺς γιὰ νὰ μαζέψουν ἐργόχειρα καὶ φοβήθηκε τὴν ἐρημία τῶν τόπων. Ἐπίσης ὑπενθύμηση νὰ εἶναι ἄγρυπνος ἀπέναντι στὸν σωματικὸ πόλεμο ποὺ τὸν ἐνοχλεῖ, καθὼς καὶ ὑπόσχεση τῆς βοήθειας τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν ἑτοιμαζόμενη ἀναχώρησή του πρὸς αὐτούς.   

Πὲς σ’ ἐκεῖνον ποὺ κλήθηκε μὲ τὸ ἄνωθεν θεῖο νεῦμα νὰ κατοικήσει κοντά μας, ὄχι μόνο τώρα, ἀλλὰ καὶ στὸ μέλλον, στὸν γνήσιο καὶ ὁμόψυχο ἀδελφὸ Ἰωάννη. Ὁ Δεσπότης μᾶς Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές του: «δὲν πωλοῦνται δύο σπουργίτια γιὰ ἕνα ἀσσάριο;κι ὅμως οὔτε ἕνα ἀπὸ αὐτὰ δὲν πέφτει στὴν γῆ, χωρὶς τὴ θέληση τοῦ οὐράνιου Πατέρα μου. Σὲ σᾶς ὅμως καὶ οἱ τρίχες τῆς κεφαλῆς εἶναι μετρημένες. Μὴ φοβηθεῖτε λοιπόν, διότι ἔχετε μεγαλύτερη ἀξία ἀπὸ πολλὰ σπουργίτια. Ἐκεῖνος λοιπὸν ποὺ θὰ μὲ ἀναγνωρίσει μπροστὰ στοὺς ἀνθρώπους, καὶ ἐγὼ θὰ τὸν ἀναγνωρίσω μπροστὰ στὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιο(Ματθ. 10, 29-31 κ΄ Λουκ. 12, 6-7).

Πρόσεχε λοιπὸν νὰ ἔχεις μὲ ἐπαγρύπνηση τὸ Θεὸ μπροστά σου γιὰ πάντα, γιὰ νὰ ἐκπληρωθεῖ καὶ γιὰ σένα ὁ προφητικὸς λόγος, «ἔβλεπα μπροστά μου τὸν Κύριο γιὰ πάντα, ὅτι βρίσκεται δεξιά μου, γιὰ νὰ μὴν κλονισθῶ»(Πράξ. 2, 25). Ἅπλωσε λοιπὸν τὰ χέρια σου μὲ ὅλη τὴν ψυχή σου πρὸς αὐτὰ ποὺ βρίσκονται μπροστά σου καὶ μελέτα πάντα αὐτά, γιὰ ν’ ἀκούσεις τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ νὰ σοῦ λέγει: «νά, σοῦ στέλνω τὸν ἄγγελό μου πρὶν ἀπὸ σένα, ὁ ὁποῖος θὰ σοῦ ἑτοιμάσει τὸ δρόμο σου μπροστά σου»(Ματθ. 11, 10).

Ὁ ἴδιος(δηλαδὴ ὁ Ἰωάννης), ἐπειδὴ κουράσθηκε ἀρκετὰ καὶ δὲν βρῆκε ἐργόχειρο, στενοχωριόταν καὶ ἀποροῦσε, πῶς σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Γέροντα, «δὲν στάλθηκε ὁ ἄγγελος μπροστά του», μὴ γνωρίζοντας ὅτι αὐτὸ τοῦ ἐλέχθηκε γιὰ τὴν εὐκολία τῆς ἀναχωρήσεως. καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Γέροντας τοῦ γράφει αὐτά. 

Γράψε στὸν ἀδελφό σου ὅτι, ὅσο τὸ πλοῖο βρίσκεται μέσα στὴ θάλασσα, δέχεται κινδύνους καὶ προσβολὴ ἀνέμων. Ἐὰν ὅμως φθάσει στὸ λιμάνι τῆς ἡσυχίας καὶ τῆς εἰρήνης δὲν ἔχει πιὰ φόβο κινδύνων καὶ θλίψεων καὶ προσβολῶν ἀνέμων, ἀλλὰ βρίσκεται σὲ γαλήνη. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ἀγάπη σου, ὅσο ζεῖς μαζὶ μὲ τοὺς ἀνθρώπους νὰ περιμένεις θλίψεις καὶ κινδύνους καὶ προσβολὴ τῶν νοητῶν ἀνέμων, ὅταν ὅμως φθάσεις σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἑτοιμάσθηκαν γιὰ σένα, τότε θὰ γίνεις ἄφοβος.

Ὅσο γιὰ ἐκεῖνο ποὺ προεῖπα, ὅτι ὁ Δεσπότης μᾶς εἶπε, «νὰ σοῦ στέλνω τὸν ἄγγελό μου πρὶν ἀπὸ σένα»(Ματθ. 11, 10), στάλθηκε. Γιὰ τὸ ὅτι πάλι δὲν βρῆκες ἐργόχειρο,ὁ Θεὸς εἶπε στὸ μωσαϊκὸ βιβλίο. «γι’ αὐτό σε περικύκλωσε καὶ σὲ παίδευσε καὶ σὲ διέφθειρε μὲ ἀσθένεια σ’ ἐκείνη τὴ φοβερὴ ἔρημο, γιὰ νὰ γνωρίσει αὐτὰ ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου»(Δεύτ. 8, 3).

Σκέψου τὰ λεγόμενά μου πρὸς ἐσένα καὶ ἐνήργησε σταθερὰ καὶ ἀδίστακτα, ἀγαπητὲ ἀδελφέ.  

Ἐπιστολὴ τοῦ ἰδίου μεγάλου Γέροντα πρὸς αὐτόν, ὅταν ἐπῆγε γιὰ ὑπηρεσία τοῦ κοινοβίου καὶ ὀλιγώρησε, ἐπειδὴ βρῆκε πολλὴ θλίψη.    

Γράψε, τέκνο, στὸν ἀδελφό μας Ἰωάννη χαιρετισμὸ ἐν Κυρίω, ἀπὸ ἐμένα καὶ σένα καὶ ἀπὸ τὸν ἀδελφό μας Ἰωάννη, καὶ πές του: «Μὴ δυνασχετήσεις στὶς θλίψεις καὶ στοὺς σωματικοὺς κόπους ποὺ ὑπομένεις καὶ κοπιάζεις γιὰ μᾶς καὶ γιὰ τὸ κοινόβιό μας. διότι εἶναι κι αὐτὸ σὰν ἐντολή, νὰ θέτεις την  ψυχή σου ὑπὲρ τῶν ἀδελφῶν, καὶ ἐλπίζω ὅτι ἡ ἀμοιβὴ αὐτοῦ του κόπου θὰ εἶναι μεγάλη. Καὶ ὅπως ὁ Θεὸς ὅρισε τὸν Ἰωσὴφ νὰ θρέψει τοὺς ἀδελφούς του σὲ περίοδο λιμοῦ στὴν Αἴγυπτο, μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ὅρισε καὶ σένα νὰ βοηθήσεις τὸ κοινόβιο μαζὶ μὲ τὸ τέκνο μᾶς τὸν Σέριδο. καὶ ἐγώ σου λέγω τὸν ἀποστολικὸ λόγοτον ἀπευθυνόμενο πρὸς τὸν Τιμόθεο. «ἐσὺ λοιπόν, τέκνο μου, νὰ δυναμώνεσαιμε τὴ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος»(Β΄Τιμ. 2, 1). Διότι βλέπω τὴν ἡσυχία σου, πῶς πρόκειται νὰ ἔλθει, καὶ σὲ συγχαίρω στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. διότι, ὅσο ζεῖς ἔξω, πρόκειται νὰ συναντᾶς θλίψη καὶ σωματικὸ κόπο. ὅταν ὅμως φθάσεις στὸ λιμάνι τῆς ἡσυχίας, θὰ βρεῖς ἀνάπαυση καὶ εἰρήνη. διότι εἶναι ἀψευδὴς ὁ Δεσπότης μας, ὁ ὁποῖος λέγει: «θὰ δώσω σ’ αὐτοὺς ἑκατονταπλάσια τώρα καὶ αἰώνια ζωὴ στὸ μέλλον»(Ματθ. 19, 29).

Πρόθυμα λοιπὸν κοπίασε, ἀδελφέ, γιὰ νὰ βρεῖς μεγαλύτερη ἀγάπη καὶ ἀνάπαυση. Διότι τὸ πλοῖο πρὶν φθάσει στὸ λιμάνι χτυπιέται καὶ ταλαιπωρεῖται ἀπὸ τὰ κύματα καὶ τὶς ἀναταραχές. ὅταν ὅμως φθάσει, βρίσκεται τότε σὲ πολλὴ γαλήνη. Σκέψου καὶ φύλαξε τὰ λεγόμενα: «διότι ὁ Κύριος θὰ σοῦ δώσει σύνεση σὲ ὅλα»(Β΄ Τιμ. 2, 7).

Ἀπόκριση τοῦ μεγάλου Γέροντα πρὸς τὸν ἴδιο, ἐπειδὴ ἔπεσε πέτρα στὸ πόδι του καὶ τοῦ προκάλεσε μεγάλο πόνο καὶ ἀθυμία.   

Στὸν ἀγαπητὸ ἀδελφὸ Ἰωάννη, χαιρετισμὸς στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Γιὰ τὸ κόπο τοῦ σώματός σου ποὺ γίνεται γιὰ μᾶς καὶ τὸ σπάσιμο τοῦ ποδιοῦ σου γιὰ τὸ Θεό, εἴθε ὁ Δεσπότης Θεὸς νὰ γεμίσει τὴν ψυχή σου μὲ ἑκατονταπλάσια ἀπὸ τὰ ἐπουράνια ἀγαθά. Κατανόησε τὰ γραφόμενά μου, ἀδελφέ, καὶ κρύψτα μέσα σου. διότι σου γίνονται προξένα χαρᾶς μεγάλης, ἐπουράνιας, δεσποτικῆς, θεϊκῆς. Πράγματι, στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδας, βρίσκω ὅτι εἶσαι συγκληρονόμος τῶν χαρισμάτων πού μου δόθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ἐλπίζω ὅτι προοδευτικὰ ὅτι φθάνεις γρήγορα. Γιατί ὑπάρχει ἐκεῖνος ποὺ φθάνει στὴν κατάπαυσή του μὲ τοὺς κατὰ Θεὸν κόπους, καὶ ὑπάρχει πάλι ἐκεῖνος ποὺ φθάνει σ’ αὐτὴν μὲ τὴν ταπείνωση.

Ἐλπίζω ὅτι θὰ τὰ ἔχεις καὶ τὰ δύο, ἂν πεθάνει ἡ ὀργὴ ἀπὸ σένα, ἂν πνιγεῖ ὁ θυμὸς ἀπὸ τὴν καρδιά σου, ὁπότε θὰ ἐκπληρωθεῖ σὲ σένα ὁ γραμμένος λόγος: «δὲς τὴν ταπείνωσή μου καὶ τὸν κόπο μου καὶ συγχώρεσε ὅλες τὶς ἁμαρτίες μου»(Ψάλμ. 24, 18). Καὶ ἐπειδὴ εἶπα ὅτι φθάνεις προοδευτικά, κατανόησε τὰ Εὐαγγέλια, πῶς καὶ πόσες φορὲς ὁ Χριστὸς ἔχει δώσει στοὺς μαθητὲς τὰ χαρίσματα γιὰ θεραπεῖες καὶ ἀπομακρύνσεις δαιμόνων, ἐνῶ τὴν τελειότητα γιὰ τὴν ἄφεση ἁμαρτιῶν τὴν ἔδωσε, ἀφοῦ τοὺς εἶπε: «συγχωροῦνται οἱ ἁμαρτίες ἐκείνων ποὺ τοὺς τὶς συγχωρεῖται»(Ἰω. 20, 23). Ἐὰν λοιπὸν γιὰ τὸν κόπο σουπρος χάρη τοῦ Θεοῦ, σοῦ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες σου, νὰ τὸ μέτρο ποὺ θέλω νὰ φθάσεις.

Ἐὰν διαβάσεις στὴν ἐπιστολὴ δυσνόητα λόγια, ρώτησε τὸν ὁμόψυχό σου Σέριδο καὶ ἀγαπητό μου υἱό, καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ θὰ σοῦ ἐξηγήσει τὰ δυσνόητα. Διότι παρακάλεσα τὸ Θεὸ γι’ αὐτὸν καὶ γι’ αὐτό. Ἐσὺ λοιπόν, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, νὰ τρέχεις ἀκατάπαυστα τὸν ἑτοιμασμένο δρόμο, γιὰ νὰ φθάσεις μὲ χαρὰ στὸ λιμάνι τοῦ Χριστοῦ, στὸ ὁποῖο φθάσαμε ἐμεῖς, καὶ ν’ ἀκούσεις τὴ γεμάτη ἀπὸ χαρὰ καὶ ζωὴ καὶ φῶς καὶ ἀγαλλίαση φωνὴ νὰ σοῦ λέγει: «εὖγε, δοῦλε καλὲ καὶ πιστέ. γιὰ λίγα φάνηκες πιστός, σὲ πολλὰ θὰ σὲ καταστήσω. εἴσελθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου σου»(Ματθ. 25, 21).

Εἴθε νὰ χαίρεις ἐν Κυρίω. εἴθε νὰ χαίρεις ἐν Κυρίω. εἴθε νὰ χαίρεις ἐν Κυρίω. Ὁ Κύριος εἴθε νὰ φυλάξει τὴν ψυχή σου καὶ τὸ σῶμα σου ἀπὸ κάθε κακὸ καὶ ἀπὸ κάθε διαβολικὴ ἐναντίωση καὶ πολὺ θορυβώδη φαντασία. Ὁ Κύριος νὰ σοῦ εἶναι φῶς, σκέπη σου, ὁδός σου, δύναμή σου, στεφάνι ἀγαλλιάσεώς σου, καὶ αἰώνιος βοηθός σου.

Πρόσεχε τὸν ἑαυτό σου. διότι ἔχει γραφεῖ: «μὴν ἀθετεῖς ἐκεῖνα ποὺ βγαίνουν ἀπὸ τὰ χείλη σου»(Ψάλμ. 88, 35).

11.

Ἀπόκριση τοῦ ἰδίου μεγάλου Γέροντα πρὸς αὐτὸν μὲ τὴν ὁποία τὸν προτρέπει νὰ θυμᾶται πάντοτε τὰ γραφόμενα πρὸς αὐτὸν πρὸς ὠφέλειά του καὶ στηριγμὸ τῆς καρδιᾶς του. 

Ὁ Σολομῶν εἶπε γιὰ τοὺς γονεῖς του: «οἱ ὁποῖοι καὶ μὲ δίδασκαν καὶ ἔλεγαν, ἃς ριζωθεῖ καλὰ ὁ λόγος μας στὴν καρδιά σου»(Παροιμ. 4,4). Τὸ ἴδιο καὶ ἐγώ σου λέγω, ἀδελφέ. ἃς ριζωθοῦν οἱ λόγοι μου στὴν καρδιά σου. καὶ μελέτα πάντοτε ὅλα αὐτὰ πού σου ἔγραψα, ὅπως ὁ Θεὸς εἶπε μὲ τὸ στόμα τοῦ Μωυσῆ: «θέσε αὐτὰ στὸ δεξί σου χέρι καὶ θὰ εἶναι ἀσάλευτα μπροστὰ στὰ μάτια σου γιὰ πάντα, καὶ μελέτα αὐτὰ ξαπλωμένος καὶ ὄρθιος καὶ ὅταν περπατᾶς στὸ δρόμο καὶ ὅταν πλαγιάζεις στὸ σπίτι»(Δεύτ. 6,7).

Δεῖξε λοιπὸν τὰ ἴδια μὲ τελειότητα ἔργων καὶ ὁ Θεός μου θὰ εἶναι μαζί σου στοὺς αἰῶνες. Γένοιτο.

12.

Ὁ ἴδιος ἀνέθεσε στὸν ἀδελφὸ ἔργο καὶ ἐπειδὴ δὲν τὸ ἔκανε γρήγορα, τὸν ἐπέπληξε.  Καὶ ὁ ἀδελφὸς ἂν καὶ λυπήθηκε, ἀποφάσισε νὰ μὴν τὸ πεῖ σὲ κανέναν ἀπὸ τοὺς ἀδελφούς, καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Γέροντας τοῦ εἶπε αὐτά.  

Πὲς στὸν ἀδελφὸ Ἰωάννη, ὅτι αὐτὸς ὁ καιρὸς εἶναι μαλθακός, καὶ ὅτι μὲ πολὺν κόπο βρίσκεις κατ’ αὐτὸν τὸν καιρὸ ἄνθρωπο ποὺ νὰ ἔχει σταθερὴ καρδιά. ἀλλὰ κράτησε τὸν λόγο τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου ποὺ λέγει: «ἔλεγξε, τιμώρησε, παρακάλεσε μὲ ὅλη τὴ μακροθυμία καὶ διδαχὴ»(Β΄ Τιμ. 4,2).

13.

Ὅταν γινόταν οἰκοδομὴ στὸ κοινόβιο, αὐτός, δηλαδὴ ὁ Ἰωάννης, σὰν ἔμπειρος χάραξε τὰ μέτρα τοῦ ἔργου. μερικοὶ τότε ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς κρυφὰ ἀπὸ αὐτόν, νομίζοντας ὅτι κάνουν καλό, πρόσθεσαν κάτι σ’ αὐτὰ καὶ τὸ παράβλεψαν λίγο, καὶ ἐπειδὴ ἐκεῖνος ταράχθηκε καὶ ὀλιγορῆσε ἐξαιτίας τους, ὁ Γέροντας τοῦ λέγει αὐτά.    

Πὲς στὸν ὁμονοοῦντα ἀδελφό μας Ἰωάννη, ὅτι εἶναι πολλὰ αὐτὰ πού σου γράφρω μὲ τὸ χέρι τοῦ γνησίου καὶ ἀγαπητοῦ τέκνου μας, ποὺ ἀγαπᾶ μὲ ὅλη τὴν ψυχὴ τοῦ ἐξίσου ἐμᾶς τοὺς τρεῖς μὲ τέλεια ἀγάπη. Καὶ ὅλα αὐτὰ δὲν τὰ γράφω μὲ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ κατὰ παραγγελία τοῦ ἁγίου Πνεύματος. καὶ ὅλα πρὸς διόρθωση καὶ ὠφέλεια τῆς ψυχῆς καὶ τῆς συνειδήσεως τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου καθὼς καὶ πρὸς θλίψη καὶ παιδεία τοῦ σώματος καὶ συντριβὴ τῆς καρδιᾶς σου.

Πρῶτα πρόσεχε ἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀκηδίας. διότι γεννᾶ κάθε κακὸ καὶ παρδαλὸ πράγμα. Καὶ πραγματικά, ἐάν σου γράψω τοὺς πειρασμοὺς ποὺ ὑπέμεινα, σοῦ λέγω ὅτι ἀκόμα δὲν μποροῦν νὰ τοὺς βαστάξουν τὰ αὐτιά σου καὶ ἴσως οὔτε κανενὸς ἄλλου κατ’ αὐτὸν τὸν καιρό. Ἐλπίζω ὅμως ὅτι φθάνεις, καὶ ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλὰ μπορεῖς νὰ τοὺς δεῖς καὶ μὲ τὰ ἴδια σου τὰ μάτια καὶ νὰ λυτρωθεῖς ἀπὸ αὐτοὺς μὲ τὴν πίστη διὰ τῆς χάριτος τοῦ Χριστοῦ.

Γιατί ἀπομακρύνεται ἡ καρδιά σου ἐξαιτίας τῆς ὀλιγωρίας ἀπὸ τὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ; ἢ δὲ γνωρίζεις ποιὸν κεφαλόπονο ὑπομένει ὁ καλὸς διδάσκαλος ἀπὸ τὰ παιδιά, ὡς ποῦ νὰ προκόψουν; Καὶ αὐτό, ἐπειδὴ ἄκουσες ἀπὸ μένα τὸν ἀποστολικὸ λόγο, «ἔλεγξε, ἐπίπληξε, παρακάλεσε μὲ κάθε μακροθυμία καὶ διδαχὴ»(Β΄ Τιμ. 4,2). Ἄκουσε καὶ πρόσεχε αὐτὰ πού σου λέγω. ἡ μακροθυμία εἶναι μητέρα ὅλων των ἀγαθῶν. κατανόησε τὸν Μωυσῆ ποὺ διάλεξε γιὰ τὸν ἑαυτό του «νὰ ταλαιπωρεῖται μαζὶ μὲ τὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ, παρὰ νὰ ἔχει τὴν πρόσκαιρη ἀπόλαυση τῆς ἁμαρτίας»(Ἑβρ. 11,25). Ὅταν λοιπὸν ταράσσεται ὁ λογισμός σου ἀπὸ τὸν δαίμονα ἐναντίον κάποιου ἀνθρώπου, πὲς στὸν λογισμὸ μὲ μακροθυμία: «Ἐγὼ ὑποτάχθηκα στὸ Θεό, γιὰ νὰ δουλαγωγήσω ἄλλους;» καὶ τότε θὰ φύγει ἀπὸ σένα.

Τρέξε σταθερὰ καὶ δυνατά, ἐνθυμούμενος τὰ λόγια μου, ἢ καλύτερά τα λόγια τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μᾶς φθάσεις ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τοῦ Κυρίου μας. Γένοιτο, γένοιτο.

14.

Ἀπόκριση τοῦ ἰδίου μεγάλου Γέροντα πρὸς τὸν ἴδιο ἐπειδὴ ἀγανάκτησε, ἀκούοντας ὅτι κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς γιὰ νὰ τὸν ἐξευτελίσει ἔλεγε: «ποιὸς τάχα εἶναι αὐτός; ἢ ἀπὸ ποῦ κατάγεται, ὥστε νὰ θλίβεται;»     

Πὲς στὸν ἀδελφό: ὅπως ἔκρινε ὁ Μιχαὴλ γιὰ τὸ σῶμα τοῦ Μωυσῆ(Ἰούδα 9), μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ἀγωνίζομαι γιὰ σένα, ὡς ποὺ ν’ ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο. Διότι οἱ Ἰουδαῖοι δυσανασχετοῦσαν γιὰ τὸν Σωτήρα, λέγοντας: «δὲν εἶναι αὐτὸς ὁ υἱὸς τοῦ Ἰωσήφ; δὲν γνωρίζουμε τὴν μητέρα καὶ τοὺς ἀδελφούς του;»(Ἰω. 6,42).

Σκέψου τὰ καλὰ καὶ ὑπόμεινέ τα μέχρι τὸ τέλος.

πηγή