(Ἀπὸ τὴ Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν)  

  1. Ἐπειδὴ πολλὲς φορὲς θελήσατε νὰ μάθετε πῶς ὁ νόμος εἶναι πνευματικὸς(1) κατὰ τὸν Ἀπόστολο, καὶ τί πρέπει νὰ γνωρίζουν καὶ νὰ κάνουν ἐκεῖνοι ποὺ θέλουν νὰ τὸν φυλάξουν, πάνω σ αὐτὸ τὸ ζήτημα θὰ σᾶς πῶ κατὰ τὴ δύναμή μου.
  1. Πρῶτα-πρῶτα γνωρίζομε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀρχὴ κάθε καλοῦ καὶ μεσότητα καὶ τέλος. Τὸ καλὸ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ πράττεται ἢ νὰ πιστεύεται, παρὰ μόνο μὲ τὴν ἕνωση μὲ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ καὶ μὲ τὴν ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

  1. Κάθε ἀγαθό, κὰτ΄ οἰκονομίαν ἔχει χαριστεῖ στοὺς ἀνθρώπους. Κι ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει ἔτσι δὲν θὰ τὸ χάσει ποτέ.

  1. Ἡ βέβαιη πίστη εἶναι ἕνας πύργος. Ὁ Χριστὸς γίνεται τὰ πάντα στὸν πιστεύοντα.

  1. Σὲ κάθε προσπάθειά σου, βάλε ἀρχὴ τὸν Θεὸ ποὺ εἶναι ἡ ἀρχὴ κάθε ἀγαθοῦ, γιὰ νὰ γίνει κατὰ Θεὸν ἐκεῖνο ποὺ ἀποφάσισες νὰ κάνεις.

  1. Ὅποιος ἔχει ταπεινοφροσύνη καὶ ἐργασία πνευματική, ὅσα διαβάζει στὶς θεῖες Γραφές, ὅλα θὰ τὰ ἐννοήσει γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ ὄχι γιὰ ἄλλον.

  1. Νὰ παρακαλεῖς τὸ Θεὸ νὰ ἀνοίξει τὰ μάτια τῆς ψυχῆς σου, γιὰ νὰ δεῖς τὴν ὠφέλεια τῆς προσευχῆς καὶ τῆς μελέτης ἐκείνης ποὺ ἐφαρμόζεται στὴν πράξη.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει κάποιο πνευματικὸ χάρισμα καὶ συμπαθεῖ ἐκείνους ποὺ δὲν ἔχουν, μὲ τὴ συμπάθεια φυλάγει τὸ χάρισμα. Ὁ ἀλαζόνας καὶ ὑπερήφανος θὰ τὸ χάσει ἀπὸ τοὺς ἀλαζονικοὺς λογισμούς του.

  1. Τὸ στόμα τοῦ ταπεινόφρονα λέει τὴν ἀλήθεια. Ἐκεῖνος ποὺ ἀντιλέγει στὴν ἀλήθεια εἶναι ὅμοιος μὲ τὸν ὑπηρέτη ἐκεῖνον ποὺ ράπισε τὸν Κύριο στὸ πρόσωπο(2).

  1. Μὴ γίνεις μαθητὴς ἐκείνου ποὺ ἐπαινεῖ τὸν ἑαυτό του, γιὰ νὰ μὴ μάθεις ὑπερηφάνεια ἀντὶ ταπείνωση.

  1. Μὴν ὑψηλοφρονήσεις ἐπειδὴ ἐννοεῖς τὶς Γραφές, γιὰ νὰ μὴν περιπέσεις στὸ πνεῦμα τῆς βλασφημίας.

  1. Μὴν προσπαθεῖς νὰ λύσεις κάποιο δύσκολο πρόβλημα μὲ φιλονεικία, ἀλλὰ μὲ τὰ μέσα ποὺ ἐπιβάλλει ὁ πνευματικὸς νόμος, δηλαδὴ μὲ τὴν ὑπομονή, τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἁπλότητα τῆς ἐλπίδας.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται σωματικὰ χωρὶς νὰ ἔχει ἀκόμη γνώση πνευματική, εἶναι τυφλὸς ποὺ φωνάζει: «Υἱὲ Δαβὶδ ἐλέησον μὲ»(3).

  1. Ὁ ἄλλοτε τυφλὸς ὅταν θεραπεύτηκε ἡ τύφλωσή του καὶ εἶδε τὸν Κύριο, δὲν τὸν ἀποκάλεσε πλεὸν υἱὸ τοῦ Δαβίδ, ἀλλὰ ἀφοῦ Τὸν ὁμολόγησε «Υἱὸ Θεοῦ»(4), Τὸν προσκύνησε.

  1. Μὴν ὑπερηφανευτεῖς ἂν χύνεις δάκρυα στὴν προσευχή σου. Εἶναι ὁ Χριστὸς ποὺ ἄγγιξε τὰ μάτια σου καὶ θεράπευσε τὴν τύφλωση τοῦ νοῦ σου.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ μιμήθηκε τὸν τυφλὸ καὶ ἔβγαλε τὸ ροῦχο του καὶ πλησίασε τὸν Κύριο(5), ἔγινε ἀκόλουθός Του καὶ κήρυκας τῶν τελειοτέρων δογμάτων.

  1. Ἡ κακία, ὅταν τὴν μελετᾶ κανεὶς μὲ τὴν σκέψη του, ἀποθρασύνει τὴν καρδιά. Ἐκεῖνος ποὺ σκοτώνει τὴν κακία μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν ἐλπίδα, δίνει στὴν καρδιὰ τοῦ συντριβή.

  1. Ὑπάρχει συντριβὴ καρδιᾶς ἤρεμη καὶ ὠφέλιμη ποὺ φέρνει κατάνυξη σ’ αὐτή. Καὶ ὑπάρχει καὶ ἄλλη συντριβὴ ἀνώμαλη καὶ ἐπιβλαβής, ποὺ πληγώνει τὴν καρδιά.

  1. Ἀγρυπνία καὶ προσευχὴ καὶ ὑπομονὴ τῶν θλιβερῶν, φέρουν συντριβὴ ἀσφαλῆ καὶ ὠφέλιμη στὴν καρδιά, ἀρκεῖ νὰ μὴν διαλύσομε τὴν ἰσορροπία τῶν τριῶν αὐτῶν μὲ τὴν πλεονεξία. Ἐκεῖνος ποὺ ὑπομένει σ’ αὐτά, θὰ λάβει βοήθεια καὶ στὰ ἄλλα. Ἐκεῖνος ὅμως ποὺ τὰ ἀμελεῖ καὶ διασκορπίζεται ἐδῶ κι ἐκεῖ, θὰ νιώσει ἀνυπόφορη ὀδύνη κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου.

  1. Ἡ καρδιὰ ποὺ ἀγαπᾶ τὶς ἡδονὲς γίνεται φυλακὴ καὶ ἁλυσίδα στὴν ψυχὴ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου. Ἐνῶ ἡ φιλόπονη καρδιὰ εἶναι πόρτα ἀνοιχτῆ.

  1. Σιδερένια πόρτα ποὺ ὁδηγεῖ στὴν πόλη εἶναι ἡ σκληρὴ καρδιά. Σ’ ἐκεῖνον ὅμως ποὺ κακοπαθεῖ καὶ εἶναι θλιμμένος, ἀνοίγεται ἀπὸ μόνη της, ὅπως καὶ στὸν Πέτρο(6).

  1. Πολλοὶ εἶναι οἱ τρόποι τῆς προσευχῆς καὶ διαφέρει ὁ ἕνας ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἀλλὰ κανένας τρόπος προσευχῆς δὲν εἶναι ἐπιβλαβής, ἐκτὸς ἂν δὲν εἶναι προσευχή, ἀλλὰ σατανικὴ ἐργασία.

  1. Κάποιος ἄνθρωπος θέλησε νὰ κάνει κακό, ἀλλὰ ἀπὸ συνήθεια προσευχήθηκε προηγουμένως. Καὶ κατ’ οἰκονομία Θεοῦ ἐμποδίστηκε καὶ ὕστερα πολὺ εὐχαρίστησε τὸν Θεό.

  1. Ὁ Δαβὶδ θέλοντας νὰ φονεύσει τὸν Νάβαλ τὸν Καρμήλιο θυμήθηκε τὴν θεία ἀνταπόδοση καὶ παραιτήθηκε ἀπὸ τὸν σκοπό του. Εὐχαρίστησε πολύ το Θεὸ γι’ αὐτὸ(7). Γνωρίζομε πάλι τί ἔκανε ὅταν λησμόνησε τὸν Θεό, καὶ δὲ σταματοῦσε τὴν ἁμαρτία, μέχρις ὅτου ὁ προφήτης Νάθαν τὸν ἔφερε στὴν μνήμη τοῦ Θεοῦ(8).

  1. Ὅταν θυμᾶσαι τὸ Θεό, πολλαπλασίασε τὴ δέησή σου, γιὰ νὰ σοῦ θυμίσει ὁ Κύριος ὅταν Τὸν λησμονήσεις.

  1. Ὅταν διαβάζεις τὶς θεῖες Γραφές, νὰ ἐννοεῖς τὰ κρυμμένα σ’ αὐτὲς νοήματα. Γιατί ὅσα γράφτηκαν στὸ παρελθόν, ὅλα ἔχουν γραφτεῖ γιὰ διδασκαλία μᾶς(9).

  1. Ἡ Γραφὴ ὀνομάζει τὴν πίστη «ὑπόσταση ὅσων ἐλπίζομε»(10) καὶ ἐκείνους ποὺ δὲν αἰσθάνονται ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι μέσα τους, τοὺς ὀνομάζει «ἀδόκιμους»(11), δηλαδὴ ἄξιους ἀποδοκιμασίας.

  1. Ὅπως μὲ τὰ ἔργα καὶ τὰ λόγια φανερώνεται ὁ στοχασμός, ἔτσι μὲ τὶς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ ποὺ δέχεται ἡ καρδιά, φανερώνεται ἡ μελλοντικὴ ἀνταπόδοση.

  1. Ἡ καρδιὰ ποὺ οἰκτίρει τοὺς ἄλλους, θὰ οἰκτιρηθεῖ. Εἶναι φανερὸ καὶ τὸ ἀντίθετο.

  1. Ὁ νόμος τῆς ἐλευθερίας (δηλ. τοῦ Εὐαγγελίου) διδάσκει ὅλη τὴν ἀλήθεια. Καὶ οἱ πολλοὶ τὸν διαβάζουν μόνο γιὰ νὰ λάβουν μιὰ γνώση του. Λίγοι ὅμως τὸν ἐννοοῦν, ἀνάλογα μὲ τὴν ἐκτέλεση τῶν ἐντολῶν.

  1. Μὴ ζητᾶς τὴν τελειότητα αὐτοῦ του νόμου σὲ ἀνθρώπινες ἀρετές, γιατί τέλειος σ’ αὐτὲς δὲν ὑπάρχει. Ἡ τελειότητά του εἶναι κρυμμένη στὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.

  1. Ὁ νόμος τῆς ἐλευθερίας, μὲ τὴν ἀληθινὴ γνώση διαβάζεται, μὲ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν γίνεται ἀντιληπτός, ἡ πλήρωσή του ὅμως γίνεται μὲ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Χριστοῦ.

  1. Ὅταν βιάσομε τὸν ἑαυτό μας νὰ κατορθώσομε ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ, τότε θὰ ἐννοήσομε ὅτι ὁ νόμος τοῦ Κυρίου εἶναι ἀψεγάδιαστος(12), κι ὅτι ἐμεῖς τὸν ἐκτελοῦμε μὲ τὰ ἀγαθά μας ἔργα, χωρὶς ὅμως τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ τηρηθεῖ τέλεια ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους.

  1. Ὅσοι δὲ λογαριάζουν ὅτι εἶναι ὑπόχρεοι νὰ τηροῦν ὅλες τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ, αὐτοὶ διαβάζουν σωματικά το νόμο τοῦ Θεοῦ, καὶ δὲν ἐννοοῦν μήτε ἐκεῖνα ποὺ λένε, μήτε ἐκεῖνα γιὰ τὰ ὁποῖα δίνουν διαβεβαιώσεις(13). Γι’ αὐτὸ καὶ νομίζουν ὅτι τάχα ἐκπληρώνουν τὸ νόμο μὲ τὰ ἔργα τους.

  1. Ὑπάρχει πράξη ποὺ φαίνεται καλή, ἀλλὰ ὁ σκοπὸς ἐκείνου ποὺ τὴν κάνει δὲν εἶναι καλός. Ὑπάρχει καὶ ἄλλη πράξη ποὺ φαίνεται κακὴ καὶ ὁ σκοπὸς ἐκείνου ποὺ τὴν κάνει εἶναι ἀγαθός. Καὶ αὐτὸ συμβαίνει ὄχι μόνο σὲ ἔργα ἀλλὰ καὶ σὲ λόγια. Αὐτὴ ἡ ἀντίθεση ἄλλοτε ὀφείλεται σὲ ἀπειρία ἢ ἄγνοια, ἄλλοτε σὲ πονηρὴ πρόθεση, ἄλλοτε ὅμως σὲ εὐσεβῆ σκοπό.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ μέσα στοὺς ἐπαίνους κρύβει κατηγορία καὶ μομφή, δὲ φανερώνεται εὔκολα στοὺς πιὸ ἁπλοὺς ἀνθρώπους. Ὅμοιος μ’ αὐτὸν εἶναι ἐκεῖνος ποὺ κενοδοξεῖ ἐνῶ ἐκδηλώνεται μὲ ταπεινὸ σχῆμα. Αὐτοὶ κρύβοντας γιὰ πολὺ καιρὸ τὴν ἀλήθεια μέσα στὸ ψεῦδος, ὕστερα φανερώνονται ἀπὸ τὰ πράγματα.

  1. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ κάνει κάτι φαινομενικὰ καλό, στὴν πραγματικότητα ὅμως γιὰ νὰ ἀμυνθεῖ κατὰ τοῦ πλησίον. Καὶ ὑπάρχει ἄλλος ποὺ μὲ τὸ νὰ μὴν τὸ κάνει αὐτό, ὠφελεῖται πνευματικά.

  1. Ὑπάρχει ἔλεγχος ποὺ γίνεται ἀπὸ κακία ἢ ἀπὸ ἄμυνα, καὶ ἄλλος ποὺ γίνεται ἀπὸ φόβο Θεοῦ καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν ἀλήθεια.

  1. Ἐκεῖνον ποὺ ἔπαψε νὰ ἁμαρτάνει καὶ ἤδη μετανοεῖ, μὴν τὸν ἐλέγχεις πλέον. Ἂν ἰσχυρίζεσαι ὅτι τὸν ἐλέγχεις κατὰ Θεόν, φανέρωσε πρῶτα τὶς δικές σου ἁμαρτίες.

  1. Κάθε ἀρετῆς προέλευση εἶναι ὁ Θεός, ὅπως τοῦ καθημερινοῦ φωτὸς ὁ ἥλιος.

  1. Ὅταν κατορθώσεις κάποια ἀρετή, θυμήσου τὸ Χριστὸ ποὺ εἶπε: «Χωρὶς τὴ βοήθειά μου δὲν μπορεῖτε νὰ κάνετε τίποτα»(14).

  1. Τὰ αἰώνια ἀγαθὰ θὰ δοθοῦν στοὺς ἀνθρώπους ἀφοῦ θὰ ὑποστοῦν θλίψεις(15). Ὁμοίως καὶ τὰ κακὰ σὲ ὅσους περνοῦν μὲ κενοδοξία καὶ ἡδονή.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἀδικεῖται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους γλυτώνει ἁμαρτίες καὶ βρίσκει βοήθεια ἀνάλογη μὲ τὴ θλίψη.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ ποὺ μιλάει γιὰ ἀνταπόδοση, ὑποφέρει κάθε ἀδικία πρόθυμα, ἀνάλογα μὲ τὴν πίστη του.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται γιὰ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦν, χτυπᾶ μὲ ὁρμὴ τοὺς δαίμονες. Ἐκεῖνος ποὺ ἀντιστέκεται σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν ἀδικοῦν, πληγώνεται ἀπὸ τοὺς δαίμονες.

  1. Καλύτερα νὰ σὲ ἀδικοῦν οἱ ἄνθρωποι καὶ ὄχι οἱ δαίμονες. Ἐκεῖνος ποὺ εὐαρεστεῖ τὸν Κύριο, τοὺς νίκησε καὶ τοὺς δύο.

  1. Κάθε καλὸ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Κύριο κατ’ οἰκονομίαν. Αὐτὸ διαφεύγει μὲ τρόπο μυστικὸ ἀπὸ τοὺς ἀχάριστους καὶ ἀγνώμονες καὶ ὀκνηρούς.

  1. Κάθε κακία καταλήγει στὴν ἀπαγορευμένη ἡδονή, καὶ κάθε ἀρετὴ σὲ πνευματικὴ παρηγοριά. Ὅταν ἐπικρατήσει ἡ πρώτη, ἐρεθίζει τὰ σχετικὰ μὲ αὐτήν. Ἀντίστοιχα γίνεται καὶ μὲ τὴ δεύτερη,

  1. Κατηγορία ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους φέρνει θλίψη στὴ καρδιά, ἐξαγνίζει ὅμως ὅποιον τὴν ὑπομένει.

  1. Ἡ ἄγνοια κάνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἀντιλέγει στὰ ὠφέλιμα. Καὶ ὅταν ἀποθρασύνεται, αὐξάνει τὴν προϋπάρχουσα κακία.

  1. Ὅταν δὲν σοῦ συμβαίνει καμιὰ ζημία, περίμενε θλίψη. Καὶ ἐπειδὴ πρόκειται νὰ δώσεις λόγο(16), διῶξε τὴν πλεονεξία σου.

  1. Ὅταν ἁμαρτήσεις κρυφά, μὴν προσπαθεῖς νὰ κρυφτεῖς, ἐπειδὴ ὅλα εἶναι γυμνὰ καὶ ξεσκεπασμένα στὰ μάτια τοῦ Κυρίου(17), πρὸς τὸν Ὁποῖο θὰ δώσομε λόγο γιὰ τὶς πράξεις μας.

  1. Φανέρωνε νοερὰ τὸν ἑαυτό σου στὸν Κύριο. Γιατί ὁ ἄνθρωπος βλέπει στὸ πρόσωπο, ἐνῶ ὁ Θεὸς στὴν καρδιὰ(18).

  1. Τίποτε νὰ μὴν σκέφτεσαι οὔτε νὰ κάνεις, χωρὶς σκοπὸ σύμφωνο μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἐκεῖνος ποὺ βαδίζει ἄσκοπα, ματαιοπονεῖ.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἁμαρτάνει χωρὶς κάποια ἀνάγκη, δύσκολα μετανοεῖ, γιατί ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ δὲν κάνει λάθος.

  1. Κάθε λυπηρὸ περιστατικὸ φέρνει τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ στὸν φρόνιμο ἄνθρωπο καὶ προκαλεῖ ἀνάλογη θλίψη σ’ ἐκεῖνον ποὺ λησμονεῖ τὸ Θεό.

  1. Κάθε ἀθέλητη θλίψη νὰ σοῦ γίνεται ἀφορμὴ νὰ θυμᾶσαι τὸ Θεό, καὶ ποτὲ δὲν θὰ σοῦ λείψει ἀφορμὴ πρὸς μετάνοια.

  1. Ἡ λησμοσύνη μόνη της δὲν ἔχει καμιὰ δύναμη, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ δική μας ἀμέλεια ἰσχυροποιεῖται ἀνάλογα.

  1. Μὴ λές: «Τί νὰ κάνω; Ἐγὼ δὲν θέλω κι ὅμως (ἡ λησμοσύνη) ἔρχεται». Ἐπειδὴ ὅταν θυμόσουν τὸ Θεό, δὲν ἔκανες ὅ,τι ὄφειλες.

  1. Κᾶνε τὸ καλὸ ποὺ θυμᾶσαι. Τὸ καλὸ ποὺ δὲ θυμᾶσαι θὰ σοῦ φανερωθεῖ. Καὶ μὴν παραδώσεις τὸ νοῦ σου σὲ ἄκριτη λησμοσύνη.

  1. «Ὁ ἅδης καὶ ἡ ἀπώλεια εἶναι φανερὰ στὸν Κύριο»(19), λέει ἡ Γραφή. Αὐτὰ ἀναφέρονται στὴν ἄγνοια καὶ τὴ λησμοσύνη ποὺ ἀναπτύσσονται στὴν καρδιά μας.

  1. Ἅδης εἶναι ἡ ἄγνοια, γιατί καὶ τὰ δύο δὲ φαίνονται. Ἀπώλεια εἶναι ἡ λησμοσύνη, γιατί χάσαμε κάτι ποὺ εἴχαμε.

  1. Ἐξέταζε τὶς δικές σου ἁμαρτίες καὶ ὄχι τοῦ πλησίον σου, καὶ δὲν θὰ διαρπαγεῖ ἀπὸ τοὺς δαίμονες τὸ νοερό σου ἐργαστήριο.

  1. Ἡ ἀμέλεια στὸ νὰ κάνομε ὅλα τα κατὰ τὴ δύναμή μας καλὰ δύσκολα συγχωρεῖται. ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως καὶ ἡ προσευχὴ ἐπανορθώνουν ὅσους ἀμέλησαν νὰ κάνουν τὸ καλό.

  1. Κάθε θλίψη κατὰ Θεόν, εἶναι ἔργο εὐσέβειας πραγματικό. Γιατί ἡ ἀληθινὴ ἀγάπη δοκιμάζεται ἀπὸ τὰ ἀντίθετα.

  1. Μὴν πεῖς ὅτι ἀπόκτησες ἀρετὴ χωρὶς θλίψη. γιατί εἶναι ἀδοκίμαστη ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀπόκτησες μὲ ἄνεση.

  1. Κάθε ἀθέλητης θλίψεως νὰ ἀναλογίζεσαι τὸ ἀποτέλεσμα, καὶ θὰ βρεῖς σ’ αὐτό, τὸ σβήσιμο κάποιας ἁμαρτίας.

  1. Πολλὲς συμβουλὲς τῶν ἄλλων μᾶς προσφέρονται γιὰ τὸ συμφέρον μας. Γιὰ τὸν καθένα ὅμως τίποτε δὲν εἶναι καταλληλότερο ἀπὸ τὴ δική του γνώμη.

  1. Ἂν ζητᾶς νὰ θεραπευτεῖς, φρόντισε τὴ συνείδησή σου καὶ κᾶνε ὅ,τι σου λέει, καὶ πολὺ θὰ ὠφεληθεῖς.

  1. Τὰ κρυφά του ἀνθρώπου τὰ γνωρίζει ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδηση, καὶ ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο ἃς διορθώνεται ὁ καθένας.

  1. Ὁ ἄνθρωπος ὅσα μπορεῖ, προσπαθεῖ κατὰ τὸ θέλημά του. Ὁ Θεὸς ὅμως τὸ ἀποτέλεσμα τῶν πράξεων τοῦ ἀνθρώπου τὸ φέρνει κατὰ τὸ δίκαιο.

  1. Ἂν θέλεις νὰ ἐπαινεῖσαι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους χωρὶς νὰ ἔχεις εὐθύνη, ἀγάπησε πρῶτα νὰ ἐλέγχεσαι γιὰ τὶς ἁμαρτίες σου.

  1. Ὅση ντροπὴ δεχτεῖ κανεὶς μὲ εὐχαρίστηση γιὰ χάρη τῆς ἀλήθειας τοῦ Χριστοῦ, ἑκατονταπλάσια θὰ δοξαστεῖ ἀπὸ πολλούς. Καὶ εἶναι καλύτερο κάθε ἀγαθὸ νὰ τὸ ἐνεργεῖ ὁ ἄνθρωπος γιὰ χάρη τῶν μελλοντικῶν ἀγαθῶν.

  1. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ὠφελήσει ἄνθρωπο μὲ λόγια ἢ μὲ πράξεις, νὰ σκέφτονται καὶ οἱ δύο ὅτι εἶναι Θεοῦ δωρεά. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὸ ἐννοεῖ αὐτό, θὰ ἐξουσιαστεῖ ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἐννοεῖ.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἐπαινεῖ τὸν πλησίον του ὑποκριτικά, θὰ τὸν κατηγορήσει κάποτε καὶ αὐτὸς θὰ ντραπεῖ.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὴν ἐνέδρα τῶν ἐχθρῶν, εὔκολα σφάζεται. κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὶς αἰτίες τῶν παθῶν, εὔκολα πέφτει.

  1. Ἀπὸ τὴ φιληδονία ἔρχεται ἡ ἀμέλεια καὶ ἀπὸ τὴν ἀμέλεια ἡ λησμοσύνη τῶν καλῶν. Γιατί ὁ Θεὸς ἔχει χαρίσει σὲ ὅλους τὴ γνώση ἐκείνων ποὺ μᾶς συμφέρουν.

  1. Ὁ ἄνθρωπος συμβουλεύει τὸν πλησίον του, καθὼς γνωρίζει. Ὁ Θεὸς πάλι ἐνεργεῖ σ’ αὐτὸν ποὺ ἀκούει κατὰ τὴν πίστη του.

  1. Εἶδα ἀμαθεῖς καὶ ἁπλοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἦταν ταπεινόφρονες στὴν πράξη, καὶ ἔγιναν πιὸ σοφοὶ ἀπὸ τοὺς σοφούς.

  1. Ἄλλος ἀμαθής, ὅταν ἄκουσε νὰ ἐπαινοῦνται οἱ προηγούμενοι, δὲ μιμήθηκε τὴν ταπεινοφροσύνη τους, ἀλλὰ κενοδόξησε γιὰ τὴν ἀμάθειά του κι ἀπόκτησε ὑπερηφάνεια.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἐξευτελίζει τὴ φρόνηση καὶ καυχιέται γιὰ ἀμάθεια, δὲν εἶναι μόνο ἀμαθὴς κατὰ τὸ λόγο, ἀλλὰ καὶ κατὰ τὴ γνώση(20).

  1. Ὅπως ἄλλο εἶναι σοφία λόγου καὶ ἄλλο φρόνηση, ἔτσι ἄλλο εἶναι ἀμάθεια καὶ ἄλλο ἀφροσύνη.

  1. Δὲν βλάπτει διόλου ἡ ἀμάθεια τῶν λόγων τὸν εὐλαβέστατο, ὅπως οὔτε ἡ σοφία τῶν λόγων βλάπτει τὸν ταπεινόφρονα.

  1. Μὴ λές, δὲν γνωρίζω τὸ πρέπον καὶ ἑπομένως δὲν ἁμαρτάνω ποὺ δὲν τὸ πράττω. Γιατί ἂν ἔκανες ὅσα καλὰ γνώριζες, θὰ σοῦ φανερώνονταν στὴ συνέχεια καὶ τὰ λοιπά, ὅπως βλέπεις καθὼς προχωρεῖς τὸ ἕνα σπίτι μετὰ τὸ ἄλλο. Δὲν σὲ συμφέρει πρὶν ἐργαστεῖς τὰ πρῶτα, νὰ μάθεις τὰ δεύτερα. Ἐπειδὴ ἡ γνώση φουσκώνει, δηλαδὴ φέρνει ὑπερηφάνεια ἐξαιτίας τῆς ἀργίας, ἐνῶ ἡ ἀγάπη οἰκοδομεῖ, γιατί ὑπομένει τὰ πάντα(21).

  1. Μελέτα τὰ λόγια τῆς θείας Γραφῆς μὲ τὴν πράξη καὶ μὴν ἐπεκτείνεσαι σὲ πολυλογία, ὑπερηφανευόμενος γιὰ σκέψεις θεωρητικές.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἄφησε τὴν πράξη καὶ βασίζεται σὲ μιὰ ἁπλὴ γνώση, ἀντὶ γιὰ δίκοπο μαχαίρι κρατᾶ καλαμένιο ραβδί, τὸ ὁποῖο σὲ καιρὸ πολέμου, κατὰ τὴν Γραφή, θὰ τοῦ τρυπήσει τὸ χέρι καὶ θὰ μπεῖ μέσα σ’ αὐτὸ καὶ θὰ τοῦ βάλει τὸ φυσικὸ δηλητήριο προτοῦ τοῦ τὸ βάλουν οἱ ἐχθροὶ(22).

  1. Ὁ Θεὸς κρίνει καὶ ζυγίζει κάθε διαλογισμό μας. Μπορεῖ τὸ ἴδιο πράγμα νὰ τὸ σκεφτεῖ κανεὶς ἢ ἁπλὰ ἢ μὲ ἐμπάθεια.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἐκτελεῖ κάποια ἐντολή, ἃς περιμένει τὸν πειρασμὸ ποὺ ἐπισύρει. Γιατί ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστὸ μὲ τὰ ἀντίθετα δοκιμάζεται.

  1. Μὴν καταφρονήσεις ποτὲ καὶ ἀμελήσεις τοὺς λογισμούς σου. Γιατί ὁ Θεὸς γνωρίζει χωρὶς λάθος κάθε λογισμό.

  1. Ὅταν ἔχεις λογισμὸ ποὺ σὲ προτρέπει νὰ ζητήσεις ἀνθρώπινη δόξα, νὰ ξέρεις καλά, ὅτι σου προετοιμάζει αἰσχύνη.

  1. Γνωρίζει ὁ ἐχθρός το δίκαιό του πνευματικοῦ νόμου καὶ γι’ αὐτὸ ζητᾶ μόνο τὴ νοερὰ συγκατάθεση. Ἔτσι ἢ θὰ ἀναγκάσει αὐτὸν ποὺ νικήθηκε νὰ ὑποβληθεῖ στοὺς κόπους τῆς μετάνοιας, ἢ ἂν δὲν μετανοεῖ, θὰ τὸν θλίψει μὲ ἀκούσιες συμφορές. Κάποτε τὸν κάνει νὰ γογγύζει ἐξαιτίας τῶν συμφορῶν, ὥστε καὶ ἐδῶ νὰ πολλαπλασιάσει τὶς ὀδύνες, καὶ κατὰ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου νὰ τὸν ἀποδείξει ἄπιστο ἐξαιτίας τῆς ἀνυπομονησίας του.

  1. Ἐναντίον τῶν θλίψεων πολλοὶ πολλὰ ἀντέταξαν. Ἀλλὰ χωρὶς προσευχὴ καὶ μετάνοια κανεὶς δὲν διέφυγε τὶς συμφορές.

  1. Τὰ κακὰ παίρνουν δύναμη τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο. Ἐπίσης καὶ τὰ καλὰ αὐξάνονται τὸ ἕνα μὲ τὴ δύναμη τοῦ ἄλλου, καὶ τὸν ἄνθρωπο ποὺ μετέχει σ’ αὐτὰ τὸν προτρέπουν περισσότερο πρὸς τὰ ἐμπρός.

  1. Τὰ μικρὰ ἁμαρτήματα ὁ διάβολος τὰ δείχνει μηδαμινὰ ἐπειδὴ διαφορετικὰ δὲν μπορεῖ νὰ φέρει τὸν ἄνθρωπο στὰ μεγαλύτερα κακά.

  1. Ρίζα τῆς αἰσχρῆς ἐπιθυμίας εἶναι ὁ ἀνθρώπινος ἔπαινος, ὅπως καὶ τῆς σωφροσύνης ὁ ἔλεγχος τῆς κακίας, ὄχι ὅταν τὸν ἀκοῦμε μόνο, ἀλλὰ ὅταν τὸν παραδεχόμαστε.

  1. Τίποτε δὲν ὠφελήθηκε ἐκεῖνος ποὺ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο καὶ ζεῖ μὲ ἡδυπάθεια, ἐπειδὴ ἐκεῖνο ποὺ ἔκανε μὲ τὰ χρήματα τὸ κάνει καὶ τώρα ποὺ δὲν ἔχει τίποτε.

  1. Παρομοίως ὁ ἐγκρατής, ἂν ἀποκτᾶ χρήματα, εἶναι ἀδελφός του προηγουμένου κατὰ τὴ διάνοια. Ἔχει τὴν ἴδια μητέρα μὲ αὐτόν, δηλ. τὴν νοερὰ ἡδονή, πατέρα ὅμως διαφορετικό, γιατί πρόκειται γιὰ ἄλλο πάθος.

  1. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ κόβει ἕνα πάθος γιὰ χάρη μεγαλύτερης ἡδυπάθειας, καὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀγνοοῦν τὸ σκοπὸ τοῦ ἐπαινεῖται. Ἴσως καὶ ὁ ἴδιος ἀγνοεῖ τὸν ἑαυτό του, ὅτι ἐργάζεται ἀνώφελα.

  1. Αἰτία κάθε κακίας εἶναι ἡ κενοδοξία καὶ ἡ ἡδονή. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν τὰ μίσησε αὐτά, δὲν νικᾶ κανένα πάθος.

  1. Ρίζα ὅλων των κακῶν ὀνομάστηκε ἡ φιλαργυρία(23), ἀλλὰ αὐτὴ σαφῶς ἀποτελεῖται ἀπὸ ἐκεῖνες (δηλ. τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή).

  1. Τυφλώνεται ὁ νοῦς μὲ τὰ τρία αὐτὰ πάθη, τὴ φιλαργυρία, τὴν κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή.

  1. Τρεῖς θυγατέρες τῆς βδέλλας εἶναι αὐτὲς κατὰ τὴν Γραφή, ποὺ τὶς ἀγαπᾶ ἡ μητέρα τους ἡ ἀφροσύνη.

  1. Ἡ γνώση καὶ ἡ πίστη ποὺ εἶναι σύντροφοι τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ἀπὸ τίποτε ἄλλο, παρὰ ἀπὸ τὶς ἀνωτέρω κακίες ἐξασθένησαν.

  1. Θυμὸς καὶ ὀργὴ καὶ πόλεμοι καὶ φόνοι καὶ ὅλα τα λοιπὰ κακὰ γι’ αὐτὲς τὶς τρεῖς κακίες πολὺ ἔχουν δυναμώσει μεταξύ των ἀνθρώπων.

  1. Πρέπει λοιπὸν νὰ μισήσουμε τὴ φιλαργυρία, τὴ κενοδοξία καὶ τὴν ἡδονή, ὡς μητέρες τῶν κακῶν καὶ μητρυιὲς τῶν ἀρετῶν.

  1. Γι’ αὐτὲς τὶς κακίες ἔχομε προσταγὴ νὰ μὴν ἀγαποῦμε τὸν κόσμο μηδὲ τὰ πράγματα τοῦ κόσμου(25). Ὄχι γιὰ νὰ μισήσομε χωρὶς διάκριση τὰ κτίσματα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ γιὰ νὰ περικόψομε τὶς ἀφορμὲς τῶν τριῶν αὐτῶν κακιῶν.

  1. Κανένας ποὺ παίρνει μέρος σὲ ἐκστρατεία δὲν μπλέκεται σὲ βιοτικὲς ὑποθέσεις(26). Γιατί ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ νικήσει τὰ πάθη ἐνῶ εἶναι μπλεγμένος στὰ βιοτικά, μοιάζει μ’ ἐκεῖνον ποὺ θέλει νὰ σβήσει τὴ φωτιὰ μὲ ἄχυρα.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἐξαιτίας χρημάτων ἢ δόξας ἢ ἡδονῆς ὀργίζεται κατὰ τοῦ πλησίον, δὲν γνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς διοικεῖ τὰ πάντα μὲ δικαιοσύνη.

  1. Ὅταν ἀκούσεις τὸν Κύριο νὰ λέει: «Καθένας ποὺ δὲν ἀπαρνιέται ὅλα τα ὑπάρχοντά του, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μένα»(27), μὴν ἐννοήσεις ὅτι λέει μόνο γιὰ χρήματα, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλες τὶς πράξεις τῆς κακίας.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν γνωρίζει τὴν ἀλήθεια, οὔτε μπορεῖ νὰ πιστεύει ἀληθινά. Γιατί ἡ γνώση, φυσικὰ προηγεῖται τῆς πίστεως.

  1. Ὅπως σὲ κάθε πράγμα ποὺ βλέπομε, ὁ Θεὸς ἔδωσε κατάλληλες φυσικὲς ἰδιότητες, ἔτσι ἔκανε καὶ στοὺς ἀνθρώπινους λογισμοὺς εἴτε θέλομε εἴτε δὲν θέλομε.

  1. Ὅποιος ἁμαρτάνει φανερὰ χωρὶς νὰ μετανοεῖ καὶ δὲν ἔπαθε τίποτε μέχρι τὸ θάνατό του, γι’ αὐτὸν νὰ πιστεύεις ὅτι ἡ κρίση θὰ εἶναι χωρὶς ἔλεος.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ προσεύχεται μὲ φρόνηση, ὑπομένει τὰ συμβαίνοντα θλιβερά. Ἐκεῖνος ποὺ ἔχει μνησικακία, δὲν προσευχήθηκε ἀκόμη καθαρά.

  1. Ἂν ζημιωθεῖς ἢ ὑβριστεῖς ἢ ἐκδιωχτεῖς ἀπὸ κάποιον, μὴ λογαριάσεις τὸ παρόν, ἀλλὰ περίμενε τὸ μέλλον. καὶ θὰ βρεῖς ὅτι σου ἔγινε πρόξενος πολλῶν καλῶν, ὄχι μόνο στὸν παρόντα, ἀλλὰ καὶ στὸν μέλλοντα αἰώνα.

  1. Ὅπως μερικοὺς ἀρρώστους τους ὠφελεῖ ἡ πικρὴ ἀψιθιά, ἔτσι τοὺς διεστραμμένους τοὺς συμφέρει νὰ ὑποφέρουν συμφορές. Γιατί στοὺς πρώτους τα φάρμακα δίνουν εὐεξία, ἐνῶ τοὺς δεύτερούς τους κάνουν νὰ μετανοοῦν.

  1. Ἂν δὲν θέλεις νὰ κακοπαθεῖς, μὴν θέλεις νὰ κακοποιεῖς. Γιατί τὸ ἕνα ἀκολουθεῖ ἀναπόφευκτά το ἄλλο. Ἐπειδὴ ὅ,τι σπείρει ὁ ἄνθρωπος, τοῦτο καὶ θὰ θερίσει(28).

  1. Ὅταν σπείρομε μὲ τὴ θέλησή μας τὰ κακὰ καὶ ἔπειτα ἀκούσια τα θερίζομε, πρέπει νὰ θαυμάζομε τὴ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.

  1. Ἐπειδὴ μεταξὺ σπορᾶς καὶ θερισμοῦ μεσολαβεῖ καιρός, γι’ αὐτὸ ἀπιστοῦμε γιὰ τὴν ἀνταπόδοση.

  1. Ἂν ἁμαρτήσεις, μὴν κατηγορεῖς τὴν πράξη ἀλλὰ τὴν ἰδέα. Γιατί ἂν δὲν πήγαινε μπροστὰ ὁ νοῦς, δὲν θὰ ἀκολουθοῦσε τὸ σῶμα.

  1. Ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἀδικοῦν φανερά, πιὸ πονηρὸς εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀδικεῖ κρυφά. Γι’ αὐτὸ καὶ σκληρότερα κολάζεται.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δολοπλοκεῖ καὶ κάνει κακὸ στὰ κρυφὰ εἶναι φίδι, κατὰ τὴ Γραφή, ποὺ κάθεται στὸ δρόμο καὶ δαγκώνει τὸ ἄλογο στὴ φτέρνα(29).

  1. Ἐκεῖνος ποὺ συγχρόνως ἐπαινεῖ καὶ κατηγορεῖ τὸν ἄλλον, αὐτὸς κατέχεται ἀπὸ κενοδοξία καὶ φθόνο. Καὶ μὲ τοὺς ἐπαίνους προσπαθεῖ νὰ κρύψει τὸ φθόνο, ἐνῶ μὲ τὶς κατηγορίες συνιστᾶ τὸν ἑαυτό του ὡς καλύτερο ἀπὸ ἐκεῖνον.

  1. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ βόσκουν μαζὶ πρόβατα καὶ λύκοι, ἔτσι εἶναι ἀδύνατο νὰ τύχει ἔλεος ἐκεῖνος ποὺ δολιεύεται τὸν πλησίον του.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ μαζὶ μὲ τὴν ἐντολὴ ἀνακατώνει κρυφά το δικό του θέλημα, εἶναι μοιχὸς καθὼς δηλώνεται στὴ Σοφία(30), καὶ ἀπὸ ἔλλειψη φρενῶν ὑποφέρει λύπες καὶ ἀτιμίες.

  1. Ὅπως εἶναι ἀδύνατη ἡ συνύπαρξη φωτιᾶς καὶ νεροῦ, ἔτσι εἶναι ἐνάντιες ἡ δικαιολογία καὶ ἡ ταπείνωση.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ζητεῖ ἄφεση, ἀγαπᾶ τὴν ταπεινοφροσύνη. Ἐκεῖνος ποὺ κατακρίνει τὸν ἄλλον ἐπισφραγίζει τὶς ἁμαρτίες του.

  1. Μὴν ἀφήσεις ἁμαρτία χωρὶς νὰ τὴν ἐξαλείψεις, ἀκόμα καὶ ἂν εἶναι πολὺ μικρή, γιὰ νὰ μὴ σὲ παρασύρει κατόπιν σὲ μεγαλύτερα κακά.

  1. Ἂν θέλεις νὰ σωθεῖς, ἀγάπησε τὸν ἀληθινὸ λόγο καὶ μὴν ἀποστραφεῖς ποτὲ ἀδιάκριτα ἔλεγχο ἀπὸ ἄλλον.

  1. Λόγος ἀληθινός, δηλ. ἔλεγχος, μετέβαλλε τὰ «γεννήματα ἐχιδνῶν» καὶ ὑπέδειξε νὰ φύγουν ἀπὸ τὴν «μέλλουσα ὀργὴ»(31).

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται λόγους ἀλήθειας, ὑποδέχεται τὸ Θεὸ Λόγο. Γιατί λέει: «Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται ἐσάς, δέχεται ἐμένα»(32).

  1. Παραλυτικὸς ποὺ τὸν κατέβασαν ἀπὸ τὸ δῶμα στὸν Ἰησοῦ εἶναι ὁ ἁμαρτωλός, ποὺ ἐλέγχεται κατὰ Θεὸν ἀπὸ πιστοὺς καὶ γιὰ τὴν πίστη ἐκείνων λαμβάνει τὴν ἄφεση(33).

  1. Καλύτερα νὰ προσεύχεσαι μὲ εὐλάβεια γιὰ τὸν πλησίον σου, παρὰ νὰ τὸν ἐλέγχεις γιὰ κάθε ἁμάρτημα.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ μετανοεῖ σωστά, περιπαίζεται ἀπὸ τοὺς ἀνόητους ἀνθρώπους. Καὶ αὐτὸ εἶναι σημάδι ὅτι εὐαρεστεῖ τὸ Θεό.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται ἀπ’ ὅλα καὶ δὲν σταματᾶ νὰ ἐγκρατεύεται, μέχρις ὅτου ἐξολοθρεύσει ὁ Κύριος το σπέρμα ἀπὸ τὴ Βαβυλώνα(34).

  1. Πὲς πὼς εἶναι δώδεκα τὰ πάθη. Ἂν ἕνα ἀπὸ αὐτὰ ἀγαπήσεις μὲ τὸ θέλημά σου, εἶναι ἱκανὸ νὰ ἀναπληρώσει καὶ τὰ ἄλλα ἕντεκα.

  1. Φωτιὰ ποὺ καίει εἶναι ἡ ἁμαρτία. Ὅσο λοιπὸν κόψεις τὸ ὑλικὸ ποὺ τὴν τροφοδοτεῖ, τόσο καὶ θὰ σβηστεῖ. Καὶ ὅσο ὑλικὸ ρίξεις μέσα στὴ φωτιά, τόσο περισσότερο θὰ φουντώσει.

  1. Ἂν σὲ ἐπαινέσουν καὶ ὑπερηφανευτεῖς, περίμενε ἀτιμία. Γιατί λέει: «Ὅποιος ὑψώνει τὸν ἑαυτό του θὰ ταπεινωθεῖ»(35).

  1. Ὅταν διώξομε ἀπὸ τὸ νοῦ μᾶς κάθε ἀκούσια κακία, τότε θὰ πολεμήσομε καὶ ἐναντίον τῶν παθῶν, στὰ ὁποῖα πέφτομε ἀπὸ πρόληψη.

  1. Πρόληψη εἶναι, τῶν προηγουμένων ἁμαρτιῶν ἀθέλητη μνήμη. Καὶ στὸν ἀγωνιστὴ ἐμποδίζεται νὰ ἐξελιχθεῖ σὲ πάθος, ὁ νικητὴς ὅμως μὲ τὴν πρώτη προσβολὴ τὸν ἀνατρέπει.

  1. Προσβολὴ εἶναι κίνηση καρδιᾶς χωρὶς ἁμαρτωλὸ ὁμοίωμα ἢ φαντασία σὰν μιὰ κλεισούρα ποὺ τὴν ἔχουν καταλάβει οἱ ἔμπειροι προηγουμένως. (Κλεισούρα = στενὸ πέρασμα μεταξὺ δύο βουνῶν).

  1. Ὅπου ὑπάρχουν εἰκόνες ἀπὸ τὸ λογισμό, ἐκεῖ ἔχει γίνει συγκατάθεση. Μόνον ἡ χωρὶς εἰκόνα προσβολὴ εἶναι ἀναμάρτητη. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ποὺ φεύγει ἀπὸ αὐτὰ σὰν δαυλὸς ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὴ φωτιὰ(36), καὶ ὑπάρχει κι ἐκεῖνος ποὺ δὲν γυρίζει πίσω μέχρις ὅτου φουντώσει ἡ φλόγα.

  1. Μὴ λὲς ὅτι ἔρχεται ὁ πειρασμὸς χωρὶς νὰ θέλω. Γιατί ὁπωσδήποτε κι ἂν δὲν ἀγαπᾶς τὴν ἁμαρτωλὴ πράξη, ἀγαπᾶς ὅμως τὶς αἰτίες της.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ζητεῖ ἔπαινο, βρίσκεται μέσα σὲ πάθος. Κι ἐκεῖνος ποὺ ὀδύρεται γιὰ θλίψη ποὺ τοῦ ἦρθε, ἀγαπᾶ τὴν ἡδονή.

  1. Σὰν νὰ εἶναι πάνω σε ζυγαριὰ εἶναι ἄστατη ἡ σκέψη τοῦ φιλήδονου. Ἄλλοτε κλαίει καὶ θρηνεῖ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, ἄλλοτε πολεμᾶ καὶ ἀντιλέγει κατὰ τοῦ πλησίον ἐπιδιώκοντας τὶς ἡδονές.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ὅλα τα ἐλέγχει(37) καὶ κατέχει ὅ,τι καλὸ εὕρει, στὴ συνέχεια θὰ ἀποφύγει καὶ κάθε πονηρό.

  1. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ μακροθυμεῖ, ἔχει πολλὴ φρόνηση(38). Ὅμοιος μὲ αὐτὸν εἶναι ὅποιος τεντώνει τὸ αὐτί του γιὰ νὰ ἀκούει λόγους πνευματικῆς σοφίας.

  1. Χωρὶς μνήμη Θεοῦ, ἀληθινὴ γνώση δὲν ὑπάρχει. Ἡ πνευματικὴ γνώση χωρὶς τὴ μνήμη τοῦ Θεοῦ εἶναι νόθος.

  1. Τὸν σκληρόκαρδο ὠφελεῖ λόγος πιὸ λεπτῆς γνώσεως, ποὺ νὰ τὸν φέρνει σὲ φόβο. Γιατί χωρὶς φόβο δὲν δέχεται εὐχαρίστως τοὺς κόπους τῆς μετάνοιας.

  1. Τὸν πράο ἄνθρωπο ὠφελοῦν λόγοι περὶ πίστεως, γιατί δὲν ἐνοχλεῖ τὴ μακροθυμία τοῦ Θεοῦ καὶ δὲν τὸν κατηγορεῖ ἡ συνείδησή του γιὰ συχνὲς παραβάσεις.

  1. Ἄνθρωπο μὲ σημαντικὴ δύναμη μὴ τὸν ἐλέγξεις γιὰ κενοδοξία, ἀλλὰ ὑπόδειξέ του τὴν ἐπιδρομὴ τῆς μελλοντικῆς ἀτιμίας. Γιατί μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐλέγχεται ὁ φρόνιμος ἄνθρωπος.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ μισεῖ τὸν ἔλεγχο(39) ἔχει παραδοθεῖ θεληματικὰ στὸ πάθος. Ἐκεῖνος ποὺ δέχεται τὸν ἔλεγχο, εἶναι φανερὸ ὅτι παρασύρεται στὸ πάθος ἀπὸ προηγούμενη κακὴ συνήθεια.

  1. Μὴ θέλεις νὰ ἀκοῦς ξένες πονηρίες, γιατί ἔτσι σου ἐντυπώνονται καὶ τὰ περιστατικὰ καὶ χαρακτηριστικά των ξένων πονηριῶν.

  1. Ὅταν ἀκούσεις κακὰ λόγια, νὰ ὀργίζεσαι ἐναντίον τοῦ ἐαυτοῦ σου καὶ ὄχι ἐναντίον ἐκείνου ποὺ τὰ εἶπε. Γιατί ἂν πονηρὰ ἀκούσεις, πονηρὰ θ’ ἀποκριθεῖς.

  1. Ἂν κανεὶς συναπαντηθεῖ μὲ ἀνθρώπους ποὺ μιλοῦν μάταια, νὰ νομίζει τὸν ἑαυτὸ τοῦ ὑπεύθυνο γιὰ τοὺς μάταιους αὐτοὺς λόγους. Κι ἂν δὲν εἶναι ἀπὸ πρόσφατη, εἶναι χρεώστης ἀπὸ παλιὰ ἁμαρτία.

  1. Ἂν κανεὶς σὲ ἐπαινεῖ ὑποκριτικά, περίμενε κάποια ὥρα καὶ κατηγορία ἀπὸ τὸν ἴδιο.

  1. Τὶς θλίψεις τοῦ παρόντος νὰ τὶς ἀνταλάσσεις προκαταβολικὰ μὲ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθά, καὶ ποτὲ δὲν θὰ ἀτονήσει ὁ ἀγώνας σου ἀπὸ ἀμέλεια.

  1. Ὅταν σὲ βοηθήσει κανεὶς ὑλικῶς καὶ τὸν ἐπαινέσεις ὡς ἀγαθό, χωρὶς νὰ λογαριάσεις τὸ Θεό, ὕστερα ὁ ἴδιος θὰ σοῦ φανεῖ πονηρός.

  1. Κάθε καλὸ ἔρχεται ἀπὸ τὸν Κύριο κατ’ οἰκονομία καὶ ἀπὸ θεία συγκατάβαση. Κι ἐκεῖνοι ποὺ τὰ φέρνουν εἶναι ὑπηρέτες τῶν καλῶν.

  1. Τὶς ἐναλλαγὲς τῶν καλῶν καὶ τῶν κακῶν νὰ τὶς δέχεσαι μὲ ἠρεμία. Ἔτσι ἀνατρέπει ὁ Θεὸς τὶς ἀνωμαλίες τῶν πραγμάτων.

  1. Αὐτὰ ποὺ μᾶς συμβαίνουν, ὀφείλονται στοὺς ἁμαρτωλοὺς λογισμούς μας. Γιατί ὁ Θεὸς τὰ ἀθέλητά τα ἀπέδωσε ταιριασμένα στὰ ἑκούσια.

  1. Τὰ αἰσθητὰ εἶναι γεννήματα τῶν νοερῶν καὶ ἀποδίδουν τὸ πρέπον μὲ ἀπόφαση τοῦ Θεοῦ.

  1. Ἀπὸ καρδιὰ ποὺ τρυφὰ καὶ ζεῖ ἡδονικά, γεννιοῦνται λογισμοὶ καὶ λόγοι πονηροὶ καὶ θανατηφόροι. Καὶ ἀπὸ τὸν καπνὸ καταλαβαίνουμε τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ καίγεται.

  1. Νὰ παραμένεις μὲ νήψη μέσα στὸ νοῦ σου καὶ δὲν θὰ κοπιάσεις σὲ ὥρα πειρασμῶν. Ἂν φύγεις ἀπὸ ἐκεῖ, ὑπόμενε τὶς ἐπερχόμενες θλίψεις.

  1. Νὰ προσεύχεσαι νὰ μὴ σοῦ ἔρθει πειρασμὸς(40). Ὅταν ὅμως ἔρθει, δέξου τὸν σὰν δικό σου καὶ ὄχι σὰν ξένο.

  1. Πάψε νὰ σκέφτεσαι ὁποιαδήποτε πλεονεξία, καὶ τότε θὰ μπορέσεις νὰ δεῖς τὶς ἀπάτες καὶ τὶς πανουργίες τοῦ διαβόλου.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ λέει ὅτι γνωρίζει ὅλες τὶς τέχνες καὶ τὶς ἀπάτες τοῦ διαβόλου, μᾶς δείχνει ὅτι δὲν γνωρίζει τέλεια τὸν ἑαυτό του.

  1. Ὅταν ὁ νοῦς ἀπαλλαγεῖ ἀπὸ τὶς σωματικὲς φροντίδες, βλέπει ἀνάλογα τὶς πανουργίες τῶν ἐχθρῶν.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ παρασέρνεται ἀπὸ τοὺς λογισμούς του, τυφλώνεται ἀπὸ αὐτοὺς καὶ ἐνῶ βλέπει τὶς ἐνέργειες τῆς ἁμαρτίας, τὶς αἰτίες τους δὲν μπορεῖ νὰ τὶς δεῖ.

  1. Ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος φανερὰ ἐκτελεῖ θεϊκὴ ἐντολή, ἐνῶ δουλεύει σὲ πάθος, καὶ μὲ τοὺς πονηροὺς λογισμοὺς καταστρέφει τὴν ἀγαθὴ πράξη.

  1. Ὅταν βρίσκεσαι στὴν ἀρχὴ τοῦ κακοῦ, μὴν πεῖς: «Δὲν θὰ μὲ νικήσει». Γιατί ὅσο βρίσκεσαι μέσα στὸ κακό, τόσο ἔχεις ἤδη νικηθεῖ.

  1. Κάθε πράγμα ἀπὸ λίγο ἀρχίζει, καὶ σιγὰ σιγὰ ἀναπτύσσεται καὶ μεγαλώνει.

  1. Δίχτυ πολύπλοκο εἶναι ἡ μέθοδος τῆς κακίας, κι ἐκεῖνος ποὺ ἔμπλεξε λίγο, ἂν ἀμελήσει σφίγγεται ἐξ ὁλοκλήρου,

  1. Μὴ θέλεις νὰ ἀκοῦς τὴν δυστυχία τῶν ἐχθρῶν σου. Ἐκεῖνος ποὺ ἀκούει τὴ διήγηση αὐτή, μαζεύει τοὺς καρποὺς τῆς κακῆς του προθέσεως.

  1. Μὴ νομίζεις ὅτι κάθε θλίψη ἔρχεται στοὺς ἀνθρώπους ἐξαιτίας τῶν ἁμαρτιῶν. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ εὐαρεστοῦν τὸν Θεὸ καὶ ὅμως ἔχουν θλίψεις. Γιατί λέει ἡ Γραφή: «Θὰ διωχτοῦν οἱ ἄνομοι καὶ οἱ ἀπόγονοί των ἀσεβῶν θὰ ἐξολοθρευτοῦν»(41). Ἀλλ’ ἐπίσης λέει: «Ὅλοι ὅσοι θέλουν νὰ ζοῦν μὲ εὐσέβεια στὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, θὰ ὑποστοῦν διωγμοὺς»(42).

  1. Στὸν καιρὸ τῆς θλίψεως νὰ προσέχεις τὴν προσβολὴ τῆς ἡδονῆς, γιατί εὔκολα γίνεται παραδεκτή, ἐπειδὴ παρηγορεῖ τὴ θλίψη.

  1. Μερικοὶ λέγουν φρόνιμους ἐκείνους ποὺ μποροῦν νὰ διακρίνουν καὶ νὰ ἀναλύουν τὰ αἰσθητὰ πράγματα. Φρόνιμοι ὅμως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἐξουσιάζουν τὰ κακά τους θελήματα.

  1. Πρὶν ἀπὸ τὴν ἐξαφάνιση τῶν κακῶν, μὴν ὑπακούσεις στὴν καρδιά σου. Γιατί ὅ,τι τῆς βάλεις, ἀπὸ αὐτὸ τὸ πράγμα ζητᾶ κι ἄλλο.

  1. Ὅπως ὑπάρχουν φίδια στὰ δασώδη φαράγγια καὶ ἄλλα ποὺ φωλιάζουν μέσα στὰ σπίτια, ἔτσι ὑπάρχουν καὶ πάθη ποὺ διαμορφώνονται μὲ τὴ σκέψη καὶ ἄλλα ποὺ γίνονται μὲ τὴ πράξη, ἂν καὶ ἀπὸ ἄλλες εἰκόνες, μεταμορφώθηκαν σὲ ἄλλες.

  1. Ὅταν δεῖς ἐκεῖνα ποὺ βρίσκονται μέσα σου σταθερά, νὰ κινοῦνται καὶ νὰ προκαλοῦν τὸν νοῦ, ποὺ εἶναι ἥσυχος, σὲ κάποιο πάθος, νὰ γνωρίζεις ὅτι ὁ νοῦς σου κάποτε προηγήθηκε καὶ ἔφερε σὲ πράξη καὶ τὰ ἔβαλε μέσα στὴν καρδιά.

  1. Δὲν γίνεται σύννεφο χωρὶς νὰ πνεύσει λίγος ἄνεμος, καὶ δὲ γεννιέται πάθος χωρὶς λογισμό.

  1. Ἂν δὲν πράττομε πλέον τὰ σαρκικὰ θελήματα κατὰ τὴ Γραφὴ(43), εὔκολα μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου θὰ σβήσουν αὐτά, τὰ ὁποῖα προηγουμένως εἴχαμε μέσα μας.

  1. Οἱ εἰκόνες ποὺ βρίσκονται χαραγμένες μέσα στὸ νοῦ εἶναι πονηρότερες καὶ δυνατότερες. Οἱ εἰκόνες ποὺ διαμορφώνονται μὲ τὴ σκέψη εἶναι αἰτίες αὐτῶν καὶ ἔχουν προηγηθεῖ (δηλ. πρῶτα τὶς σκέφτηκε ὁ νοῦς, δὲν τὶς ἔδιωξε καὶ τότε ἐγκαταστάθηκαν στὸ βάθος τῆς καρδιᾶς ὡς νοσηροὶ λογισμοὶ καὶ πάθη).

  1. Ὑπάρχει κακία ποὺ ἐγκατάσταθηκε στὴ καρδιὰ ἐξαιτίας τῆς μακροχρόνιας συνήθειας. Καὶ ὑπάρχει κακία ποὺ πολεμᾶ μὲ λογισμοὺς μέσω τῶν καθημερινῶν πραγμάτων.

  1. Ὁ Θεὸς τὶς πράξεις μᾶς τὶς λογαριάζει σύμφωνα μὲ τὶς προθέσεις μας. Γιατί λέει ἡ Γραφή: «Νὰ σοῦ δώσει ὁ Κύριος κατὰ τὴν καρδιά σου»(44).

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν καρτερεῖ στὴ μελέτη καὶ ἐξέταση τῆς συνειδήσεως, οὔτε τοὺς σωματικοὺς κόπους γιὰ τὴν εὐσέβεια δέχεται εὐχάριστα.

  1. Ἡ συνείδηση εἶναι ἕνα βιβλίο ποὺ τὸ ἔχομε ἀπὸ τὴ φύση μας. Ἐκεῖνος ποὺ τὸ μελετᾶ στὴν πράξη, δέχεται βοήθεια.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν προτιμᾶ τοὺς κόπους γιὰ χάρη τῆς εὐσέβειας θεληματικά, παιδεύεται σκληρότερα ἀπὸ τοὺς ἀθέλητους κόπους.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ γνώρισε τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ κατὰ τὴ δύναμή του τὸ ἐκτελεῖ, μὲ μικροὺς κόπους θὰ ἀποφύγει τοὺς μεγάλους.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ νικήσει τοὺς πειρασμοὺς χωρὶς προσευχὴ καὶ ὑπομονή, δὲν θὰ τοὺς διώξει ἀλλὰ θὰ περιπλακεῖ περισσότερο.

  1. Ὁ Κύριος εἶναι κρυμμένος μέσα στὶς ἐντολές Του, καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ Τὸν ζητοῦν, βρίσκεται ἀνάλογα μὲ τὴν προθυμία καὶ τὴν ἐργασία τῶν ἐντολῶν.

  1. Μὴν πεῖς: «Ἔκανα τὶς ἐντολὲς καὶ δὲν βρῆκα τὸν Κύριο». Γιατί γνώση καὶ ἀρετή, κατὰ τὴν Γραφή, πολλὲς φορὲς βρῆκες. Καὶ ὅποιοι ὀρθὰ Τὸν ζητοῦν, θὰ εὕρουν εἰρήνη(45).

  1. Εἰρήνη εἶναι ἡ ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὰ πάθη, ἡ ὁποία χωρὶς τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δὲν βρίσκεται.

  1. Ἄλλο εἶναι ἐκτέλεση ἐντολῆς καὶ ἄλλο ἀρετή, ἂν καὶ ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη παίρνει τὴν ἀφορμή.

  1. Ἐκτέλεση ἐντολῆς εἶναι το νὰ κάνει κανεὶς τὸ διαταγμένο ἀπὸ τὸ θεῖο νόμο. Ἀρετή, τὸ νὰ ἀρέσκεται κανεὶς πραγματικὰ στὴν ἐκτέλεση τῆς θείας ἐντολῆς.

  1. Ὅπως ἕνας εἶναι ὁ ὑλικὸς πλοῦτος, ἀλλὰ ἀποκτιέται μὲ διάφορους τρόπους, ἔτσι μία εἶναι ἡ ἀρετή, ἀλλὰ εἶναι πολλῶν εἰδῶν οἱ ἐργασίες της.

  1. Ἐκεῖνος ποὺ ἐφευρίσκει καὶ λέει λόγους εὐσεβεῖς χωρὶς νὰ ἔχει ἔργα, πλουτίζει ἀπὸ ἀδικία καὶ οἱ κόποι του, κατὰ τὴ Γραφή, μπαίνουν σὲ ξένα σπίτια(46).

  1. Ὅλα ὑπακούουν στὸ χρυσό, λέει ἡ παροιμία. Καὶ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὅλες οἱ σκέψεις τακτοποιοῦνται καὶ διορθώνονται.

  1. Συνείδηση ἀγαθὴ βρίσκεται μὲ τὴν προσευχή. Καὶ προσευχὴ πάλι καθαρή, μὲ τὴ συνείδηση. Γιατί τὸ ἕνα ἔχει ἀνάγκη τὸ ἄλλο ἐκ φύσεως.

  1. Ὁ Ἰακὼβ ἕραψε γιὰ τὸν Ἰωσὴφ πολύχρωμο φόρεμα(47). Καὶ ὁ Κύριος χαρίζει στὸν πράο τὴν γνώση τῆς ἀλήθειας, ὅπως εἶναι γραμμένο: «Θὰ διδάξει ὁ Κύριος στοὺς πράους τους δρόμους Τοῦ»(48).

  1. Πάντοτε νὰ πράττεις τὸ ἀγαθὸ κατὰ δύναμη, καὶ στὸν καιρὸ ποὺ χρειάζεται τὸ μεγαλύτερο, μὴν προτιμᾶς τὸ μικρότερο, γιατί λέει ἡ Γραφή: «Κανένας ποὺ ἔβαλε τὸ χέρι του στὸ ἄροτρο καὶ κοιτάει πίσω δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ τὴν βασιλεία τῶν Οὐρανῶν»(49).

  1. Ρωμ. 7, 14.
  2. Ἰω. 18, 22.
  3. Λουκ. 18, 38.
  4. Ἰω. 9, 38.
  5. Μάρκ. 10, 50.
  6. Πράξ. 12, 10.
  7. Α΄ Βασιλ. 25.
  8. Β΄ Βασιλ. 12.
  9. Ρωμ. 15, 4.
  10. Ἑβρ. 11, 1.
  11. Β΄ Κορ. 13, 5.
  12. Ψάλμ. 18, 8.
  13. Α΄ Τιμ. 1, 7.
  14. Ἰω. 15, 5.
  15. Πράξ. 14, 22.
  16. Ἑβρ. 13, 17.
  17. Ἑβρ. 4, 13.
  18. Α΄ Βασιλ. 16, 7.
  19. Παροιμ. 15, 11.
  20. Β΄ Κορ. 11, 6.
  21. Α΄ Κορ. 8, 1. 13, 7.
  22. Δ΄ Βασιλ. 18, 21.
  23. Α΄ Τιμ. 6, 10.
  24. Παροιμ. 24, 50.
  25. Α΄ Ἰω. 2, 15.
  26. Β΄ Τιμ. 2, 4.
  27. Λουκ. 14, 33.
  28. Γαλ. 6, 7.
  29. Γέν. 49, 17.
  30. Παροιμ. 6, 32.
  31. Ματθ. 3, 7.
  32. Ματθ. 10, 40.
  33. Μάρκ. 2, 4.
  34. Ἱερ. 27, 16.
  35. Λουκ. 14, 11
  36. Ζάχ. 3, 2.
  37. Α΄ Θεσ. 5, 21.
  38. Παροιμ. 14, 29.
  39. Παροιμ. 12, 1.
  40. Ματθ. 6, 18.
  41. Ψάλμ. 36, 28.
  42. Β΄ Τιμ. 3, 12.
  43. Ἔφ. 2, 3.
  44. Ψάλμ. 19, 5.
  45. Παροιμ. 16, 8.
  46. Παροιμ. 5, 10.
  47. Γέν. 37, 3.
  48. Ψάλμ. 24, 9.
  49. Λουκ. 9, 62.

————————————–

(πηγή: Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, μεταφρ. Ἀντώνιος Γαλίτης, ἔκδ. Τὸ περιβόλι τῆς Παναγίας, 1986, α΄τόμος, σέλ. 129-142).

http://paterikakeimena.blogspot.gr